Της Betty Shamieh
Ερωτήσεις χωρίς απαντήσεις.
Απαντήσεις χωρίς ερωτήσεις.
Κάπως έτσι ξεκινά η ιστορία τεσσάρων γυναικών, Παλαιστίνιες όλες τους. Νεκρές. Στον παράδεισο οι τρείς τους να αναζητούν τους σημαντικούς άντρες της ζωής τους, τους μάρτυρές τους, η τελευταία, μάρτυρας η ίδια, αλλά τόσο άστοχα.
Πες μου το όνομα σου, να καταλάβω γιατί είσαι εδώ.
Πες μου την ιστορία σου.
Οι ιστορίες τους, η ιστορία της Παλαιστίνης; Όχι. Απλά η ιστορία του πολέμου, του οποιουδήποτε πολέμου και των καταστραμμένων ζωών. Η Δαλιδά, υποκρίθηκε αγάπη για τη πατρίδα της, ή, αγάπησε και πρόδωσε την αγάπη της, τον εαυτό της για τη πατρίδα της. Φόνισσα; Του Σαμψών ή της Δαλιδάς;
Η Ταμάμ, βιασμένη μπροστά στον αδερφό της, τον αδερφό που τελικά χάθηκε στη μάχη. Γιατί να πρέπει να χάσουμε αυτούς που τόσο αγαπάμε. Να συνεχίζουμε τη ζωή δίχως τους;
Η παλαιστινιακής καταγωγής Αμερικανίδα, τι ειρωνεία, να τη σκοτώσουν Παλαιστίνιοι τρομοκράτες. Αυτή, που ήθελε με τη δουλειά της να δείξει ότι οι Παλαιστίνιοι μπορούν να είναι κάτι περισσότερο από θύματα πολέμου. Αυτή, που δε πρόλαβε να ζήσει. Που είναι ο άντρας που δε πρόλαβε να αγαπήσει, τα παιδιά που δε πρόλαβε να κάνει, τα κτίρια που δε πρόλαβε να κτίσει. Διαγραφή.
Η Αίσα, ζώστηκε τα εκρηκτικά και ανατινάχθηκε, παίρνοντας μαζί της όχι τους εχθρούς (μα ποιους εχθρούς;) αλλά ένα κοριτσάκι. Και ναι έχει την ανταμοιβή που της οφείλεται, αλλά τι να χαρεί; Θυμάται το χαστούκι που δώθηκε στη κορή που δεν έφταιγε.
Το βλέμμα του κοριτσιού που δέχεται το χαστούκι και λέει 'Ποτέ δε θα ξεχάσω τι μου έκανες χωρίς να φταίω." Το αυτόν και για όλους τους άμαχους.
Πες μου το όνομα σου, να καταλάβω γιατί είσαι εδώ.
Πώς να καταλάβεις τα ακατανόητα;
Πώς να επιβιώσεις σε ένα κόσμο βίαιο χωρίς να γίνεις βίαιος;
Η λέξη κλειδί, επιβίωση.
Επιβίωση για την επιβίωση, όπως όπως, γιατί δεν υπάρχει επιλογή.
Και ξέχασε τα άλλα. Δε σε παίρνει να σκέφτεσαι τα άλλα.
Ότι μας τρώει τα σωθικά πασχίζουμε να το ξεχνάμε.
Κάνεις λοιπόν ότι πρέπει για την επιβίωση. Και ας χάσεις εαυτό, ζωή, όνειρα στη πορεία. Μόνο να, δε ξεχνάς. Κι έτσι μετά αναζητάς με πάθος να βρείς τους μάρτυρες σου, να απαντήσεις τα αναπάντητα, να εξηγήσεις τα ανεξήγητα.
Διαβάζω στο πρόγραμμα ότι Black-eyed είναι τα ουρί του παραδείσου, οι εκατό παρθένες που σύμφωνα με το Κοράνι είναι η ανταμοιβή των μαρτύρων του Αλλάχ. Η ανταμοιβή για τη θυσία της ζωής σου για έναν αγνό απώτερο στόχο.
Κι όμως.
Όταν δίνεις έτσι τη ζωή σου είναι σα να λες ότι δεν έχει αξία.
Ειπωμένο από την Ταμάμ, και έπειτα η ίδια δηλώνει,
«Δε σκοτώνουμε ποτέ. Τελεία και παύλα.»
Ανεξαρτήτως των λόγων. Αυτή που τη βιάσανε μπροστά στον αδερφό της μπορεί και το λέει. Μπορεί και αναγνωρίζει το πολύτιμο της ζωής. Για όλους. Τους βιαστές, τους εχθρούς, όλους.
Μια υπέροχη παράσταση, ωραίο κείμενο, δυνατοί μονόλογοι, καλές ερμηνείες, με σκηνοθεσία και φωτισμούς που αναδεικνύουν την ουσία του κειμένου. Έργο βαθιά πολιτικό, όχι τόσο για το Παλαιστινιακό, αλλά για τη βία, το άστοχο και το άσκοπο της βίας.
Σκηνοθεσία: Τάκης Τζαμαργιάς
Παίζουν οι ηθοποιοί: Άννα Κουτσαφτίκη, Καλλιρόη Μυριαγκού, Ευδοκία Στατήρη, Στέβη Φόρτωμα
Στο θέατρο Φούρνος
Τρίτη, Μαΐου 08, 2007
Σάββατο, Απριλίου 28, 2007
Δάφνις και Χλόη: Ταξίδι Αναψυχής
Μια παράσταση του Cezaris Granzinis βασισμένη στο μυθιστόρημα του Λόγγου
"Κάποιος έπρεπε να έρθει να τους δείξει πως απαλύνουν το πόνο του Έρωτα. Ένα το γιατρικό: Το φιλί, το αγκάλιασμα και το πλάγιασμα κοντά κοντά με τα κορμιά γυμνά."
Τόσο απλά…
Μια κατ’ ουσία παιχνιδιάρικη παράσταση, έτσι βρε παιδί για να θυμηθούμε πως ήτανε όταν ήμασταν παιδιά, ή απλά, για να πούμε ένα γειά στο μικρό παιδί που κρύβουμε μέσα μας. Μπορεί να είμαστε βαθυστόχαστοι, και να αναζητάμε όλα αυτά τα περισπούδαστα και σημαντικά, ποιο να είναι άραγε το νόημα της ζωής; Τι είναι αυτός ο άρχοντας ο έρωτας; Και άλλα τέτοια βαρυσήμαντα που από τη στιγμή που τα θέτουμε ως ερωτήματα χάνουμε και την αξία τους, την ομορφιά, τη χάρη, τη πηγαία ευτυχία που χαρίζει το να ζεις τη ζωή και να βιώνεις την αγάπη, έτσι όπως κάνουν βρε αδερφέ τα παιδιά, κι έτσι προς στιγμή να θυμηθούμε, ότι υπάρχει κι άλλος τρόπος, να μην τα απαντήσουμε, να μη τα θέσουμε καν τα ερωτήματα, ναι, ναι, υπάρχει κι άλλος τρόπος, απλά να τα βιώσουμε, με μυαλό καθαρό από ερωτηματικά. Και τότε είμαι σίγουρη, αν καταφέρουμε να το κάνουμε αυτό για ικανό χρονικό διάστημα, τότε ναι, είμαι σίγουρη, θα τα έχουμε απαντήσει τα ερωτήματα, όχι με λέξεις, αλλά με συναισθήματα. Υπάρχει τίποτα καλύτερο;
Κι όταν κάποιος θα σου πει
"Θα σας βοηθήσω εγώ να βρείτε το δρόμο στο σκοτάδι"
Εμείς να πούμε αυθόρμητα
"Ποιο σκοτάδι; Τι λες;"
Γιατί δε θα ξέρουμε πραγματικά τι εννοεί, δε θα υπάρχει σκοτάδι, μόνο φως.
Και όταν αγαπάμε να μπορούμε να δώσουμε
"Ένα φιλί δίχως πείρα και τέχνη, αλλά τέτοιο που να ανάβει τα σωθικά"
Αλήθεια, θυμάστε το πρώτο, το δεύτερο, το τρίτο φιλί;
Εγώ θυμάμαι και καίγομαι. Που το ‘χω χάσει. Που έχω πείρα και τέχνη τρομάρα μου και δεν έχω ψυχή. Έμαθα να ζω και ξέχασα να βιώνω. Τρομάρα μου.
Παίζουν οι ηθοποιοί: Πολυξένη Ακλίδη, Δημοσθένης Ελευθεριάδης, Εύα Κεχαγιά, Δημήτρης Κουρούμπαλης, Βασιλική Κυπραίου, Μανώλης Μαυροματάκης, Μάρω Παπαδοπούλου, Απόστολος Πελεκάνος, Δημήτρης Τάρλοου
Στο θέατρο Πορεία
"Κάποιος έπρεπε να έρθει να τους δείξει πως απαλύνουν το πόνο του Έρωτα. Ένα το γιατρικό: Το φιλί, το αγκάλιασμα και το πλάγιασμα κοντά κοντά με τα κορμιά γυμνά."
Τόσο απλά…
Μια κατ’ ουσία παιχνιδιάρικη παράσταση, έτσι βρε παιδί για να θυμηθούμε πως ήτανε όταν ήμασταν παιδιά, ή απλά, για να πούμε ένα γειά στο μικρό παιδί που κρύβουμε μέσα μας. Μπορεί να είμαστε βαθυστόχαστοι, και να αναζητάμε όλα αυτά τα περισπούδαστα και σημαντικά, ποιο να είναι άραγε το νόημα της ζωής; Τι είναι αυτός ο άρχοντας ο έρωτας; Και άλλα τέτοια βαρυσήμαντα που από τη στιγμή που τα θέτουμε ως ερωτήματα χάνουμε και την αξία τους, την ομορφιά, τη χάρη, τη πηγαία ευτυχία που χαρίζει το να ζεις τη ζωή και να βιώνεις την αγάπη, έτσι όπως κάνουν βρε αδερφέ τα παιδιά, κι έτσι προς στιγμή να θυμηθούμε, ότι υπάρχει κι άλλος τρόπος, να μην τα απαντήσουμε, να μη τα θέσουμε καν τα ερωτήματα, ναι, ναι, υπάρχει κι άλλος τρόπος, απλά να τα βιώσουμε, με μυαλό καθαρό από ερωτηματικά. Και τότε είμαι σίγουρη, αν καταφέρουμε να το κάνουμε αυτό για ικανό χρονικό διάστημα, τότε ναι, είμαι σίγουρη, θα τα έχουμε απαντήσει τα ερωτήματα, όχι με λέξεις, αλλά με συναισθήματα. Υπάρχει τίποτα καλύτερο;
Κι όταν κάποιος θα σου πει
"Θα σας βοηθήσω εγώ να βρείτε το δρόμο στο σκοτάδι"
Εμείς να πούμε αυθόρμητα
"Ποιο σκοτάδι; Τι λες;"
Γιατί δε θα ξέρουμε πραγματικά τι εννοεί, δε θα υπάρχει σκοτάδι, μόνο φως.
Και όταν αγαπάμε να μπορούμε να δώσουμε
"Ένα φιλί δίχως πείρα και τέχνη, αλλά τέτοιο που να ανάβει τα σωθικά"
Αλήθεια, θυμάστε το πρώτο, το δεύτερο, το τρίτο φιλί;
Εγώ θυμάμαι και καίγομαι. Που το ‘χω χάσει. Που έχω πείρα και τέχνη τρομάρα μου και δεν έχω ψυχή. Έμαθα να ζω και ξέχασα να βιώνω. Τρομάρα μου.
Παίζουν οι ηθοποιοί: Πολυξένη Ακλίδη, Δημοσθένης Ελευθεριάδης, Εύα Κεχαγιά, Δημήτρης Κουρούμπαλης, Βασιλική Κυπραίου, Μανώλης Μαυροματάκης, Μάρω Παπαδοπούλου, Απόστολος Πελεκάνος, Δημήτρης Τάρλοου
Στο θέατρο Πορεία
Παντρολογήματα
του Νικολάι Γκόγκολ
Ο αναποφάσιστος Πατκαλιόσιν, θέλει να παντρευτεί γιατί αυτό κάνουν όλοι, ίσως ενδόμυχα να ξέρει ότι υπάρχει λόγος που αυτό κάνουν όλοι, ότι κάπου εκεί είναι το νόημα της ζωής, αλλά στην επιφάνεια του δεν έχει φτάσει τόσο μακριά, να παντρευτεί λοιπόν επειδή έτσι κάνουν όλοι, με μισή καρδιά. Με τα πολλά και αφού βγάζουνε εκτός μάχης τους υπόλοιπους γαμπρούς της Αγάθια (άραγε και στα ρώσικα Αγάθια είναι το όνομα της και κάνει το συνειρμό στην αγαθή;) τελευταία στιγμή τη κάνει λαμόγια και εξαφανίζεται. Τρομοκρατείται από τη δέσμευση πιθανότατα. Ίσως και από την επιφάνεια του όλου πράγματος. Ή ακόμη χειρότερα, από το ότι παραλίγο να τη πλησιάσει την Αγάθια, ψυχικά, και αυτό πως θα μπορούσε να το αντέξει;
Οι υπόλοιποι γαμπροί κι αυτοί καρικατούρες. Και φυσικά η όλη διαδικασία επιλογής συντρόφου, το προξενιό, η προίκα, όλα ψυχρά και υπολογιστικά, κανείς δεν αναφέρεται στην ουσία της συνένωσης δύο ανθρώπων. Και σκέφτηκα, πριν δύο αιώνες λογικό να κοιτάνε προίκες και να παντρεύονται με προξενιά. Άραγε σήμερα έχουμε προχωρήσει καθόλου ή οι «προίκες» είναι άλλου τύπου; Το συμφέρον πάντα ελλοχεύει, έστω και υποσυνείδητα, στην επιλογή συντρόφου. Όσο μόνοι ήταν οι άνθρωποι τότε είναι και τώρα. Απλά τώρα τα επικαλύπτουμε και τα κρύβουμε περίτεχνα κάτω από προφάσεις και εθελοτυφλία. Αφήνει μια πίκρα το έργο οφείλω να ομολογήσω. Τουλάχιστον σε μένα.
Και όταν η Αγκάθια δυσκολεύεται να αποφασίσει ποιόν από όλους τους γαμπρούς, και γράφει τα ονόματα τους σε χαρτάκια, να τραβήξει κλήρο, αποφασισμένη να πάρει όποιον της δείξει η τύχη, δε μπορούσα παρά να χαμογελάσω πικρά. Και ο ΕΡΩΤΑΣ μια μορφή αλλοπρόσαλλης κληρωτίδας δεν είναι;
Μία παράσταση που σώζεται από τις καλές ερμηνείες των ηθοποιών, και χάρη στην απόδοση του κειμένου με αναφορές σε σύγχρονες συντεταγμένες, έχει στιγμές πηγαίου γέλιου. Κοντολογίς δύο ευχάριστες ώρες. Τίποτα παραπάνω, τίποτα λιγότερο.
Θα ήθελα ιδιαίτερα να αναφερθώ στον κ. Μάινα, ο οποίος είναι καταπληκτικός ηθοποιός, και όπου τον έχω δει βλέπω έναν ώριμο ηθοποιό και επαγγελματία που υπηρετεί άψογα όποιο ρόλο παίζει. Λυπάμαι μόνο, που τουλάχιστον τα τελευταία χρόνια (πιο παλιά δε θυμάμαι ή να μην έχει τύχει να τον δω) τα έργα στα οποία παίζει είναι απλά μέτρια, καλές προσεγμένες παραστάσεις επαγγελματικά στημένες. Θα ήθελα πολύ να τον δω να συνεργάζεται με άλλους θιάσους και σχήματα γιατί είμαι σίγουρη ότι θα με μαγέψει. Ελπίζω του χρόνου να έρθουν έτσι οι συγκυρίες.
Η παράσταση είχε κι ένα μαγικό σημείο. Η νέα ηθοποιός Λήδα Καπνά, στην αρχή και στο τέλος τραγουδά εξαίσια με μια φωνή αγγελική
Ροζ και γαλάζια φυλακή ο γάμος…
Αχ, μη με φυλακίζεις, φύλα με μόνο, πρόσεχε με, αγάπησε με
Στην εποχή του Γκόγκολ αυτό δεν ήταν ίσως μέσα στις προταιρεότητες τους
Σήμερα όμως, μη με φυλακίζεις, φύλα με μόνο
Δεν νομίζεις ότι έχουμε ωριμάσει αρκετά ως είδος (οι άνθρωποι) για να μπορούμε τουλάχιστον αυτό να προσφέρουμε στο έτερο ήμιση;
Σκηνοθεσία: Γιάννης Μπέζος
Παίζουν οι ηθοποιοί: Στέλιος Μάινας, Γιώργος Αραχωβίτης, Φαίδρα Δρούκα, Γιάννης Μπέζος, Ναταλία Τσαλίκη, Μαίρη Μαυρομμάτη, Λήδα Καπνά, Στέλιος Δρίβας, Γιώργος Ψυχογιός, Τάσος Γιαννόπουλος, Ζήσης Παπαιωάννου
Στο θέατρο Τέχνης
Ο αναποφάσιστος Πατκαλιόσιν, θέλει να παντρευτεί γιατί αυτό κάνουν όλοι, ίσως ενδόμυχα να ξέρει ότι υπάρχει λόγος που αυτό κάνουν όλοι, ότι κάπου εκεί είναι το νόημα της ζωής, αλλά στην επιφάνεια του δεν έχει φτάσει τόσο μακριά, να παντρευτεί λοιπόν επειδή έτσι κάνουν όλοι, με μισή καρδιά. Με τα πολλά και αφού βγάζουνε εκτός μάχης τους υπόλοιπους γαμπρούς της Αγάθια (άραγε και στα ρώσικα Αγάθια είναι το όνομα της και κάνει το συνειρμό στην αγαθή;) τελευταία στιγμή τη κάνει λαμόγια και εξαφανίζεται. Τρομοκρατείται από τη δέσμευση πιθανότατα. Ίσως και από την επιφάνεια του όλου πράγματος. Ή ακόμη χειρότερα, από το ότι παραλίγο να τη πλησιάσει την Αγάθια, ψυχικά, και αυτό πως θα μπορούσε να το αντέξει;
Οι υπόλοιποι γαμπροί κι αυτοί καρικατούρες. Και φυσικά η όλη διαδικασία επιλογής συντρόφου, το προξενιό, η προίκα, όλα ψυχρά και υπολογιστικά, κανείς δεν αναφέρεται στην ουσία της συνένωσης δύο ανθρώπων. Και σκέφτηκα, πριν δύο αιώνες λογικό να κοιτάνε προίκες και να παντρεύονται με προξενιά. Άραγε σήμερα έχουμε προχωρήσει καθόλου ή οι «προίκες» είναι άλλου τύπου; Το συμφέρον πάντα ελλοχεύει, έστω και υποσυνείδητα, στην επιλογή συντρόφου. Όσο μόνοι ήταν οι άνθρωποι τότε είναι και τώρα. Απλά τώρα τα επικαλύπτουμε και τα κρύβουμε περίτεχνα κάτω από προφάσεις και εθελοτυφλία. Αφήνει μια πίκρα το έργο οφείλω να ομολογήσω. Τουλάχιστον σε μένα.
Και όταν η Αγκάθια δυσκολεύεται να αποφασίσει ποιόν από όλους τους γαμπρούς, και γράφει τα ονόματα τους σε χαρτάκια, να τραβήξει κλήρο, αποφασισμένη να πάρει όποιον της δείξει η τύχη, δε μπορούσα παρά να χαμογελάσω πικρά. Και ο ΕΡΩΤΑΣ μια μορφή αλλοπρόσαλλης κληρωτίδας δεν είναι;
Μία παράσταση που σώζεται από τις καλές ερμηνείες των ηθοποιών, και χάρη στην απόδοση του κειμένου με αναφορές σε σύγχρονες συντεταγμένες, έχει στιγμές πηγαίου γέλιου. Κοντολογίς δύο ευχάριστες ώρες. Τίποτα παραπάνω, τίποτα λιγότερο.
Θα ήθελα ιδιαίτερα να αναφερθώ στον κ. Μάινα, ο οποίος είναι καταπληκτικός ηθοποιός, και όπου τον έχω δει βλέπω έναν ώριμο ηθοποιό και επαγγελματία που υπηρετεί άψογα όποιο ρόλο παίζει. Λυπάμαι μόνο, που τουλάχιστον τα τελευταία χρόνια (πιο παλιά δε θυμάμαι ή να μην έχει τύχει να τον δω) τα έργα στα οποία παίζει είναι απλά μέτρια, καλές προσεγμένες παραστάσεις επαγγελματικά στημένες. Θα ήθελα πολύ να τον δω να συνεργάζεται με άλλους θιάσους και σχήματα γιατί είμαι σίγουρη ότι θα με μαγέψει. Ελπίζω του χρόνου να έρθουν έτσι οι συγκυρίες.
Η παράσταση είχε κι ένα μαγικό σημείο. Η νέα ηθοποιός Λήδα Καπνά, στην αρχή και στο τέλος τραγουδά εξαίσια με μια φωνή αγγελική
Ροζ και γαλάζια φυλακή ο γάμος…
Αχ, μη με φυλακίζεις, φύλα με μόνο, πρόσεχε με, αγάπησε με
Στην εποχή του Γκόγκολ αυτό δεν ήταν ίσως μέσα στις προταιρεότητες τους
Σήμερα όμως, μη με φυλακίζεις, φύλα με μόνο
Δεν νομίζεις ότι έχουμε ωριμάσει αρκετά ως είδος (οι άνθρωποι) για να μπορούμε τουλάχιστον αυτό να προσφέρουμε στο έτερο ήμιση;
Σκηνοθεσία: Γιάννης Μπέζος
Παίζουν οι ηθοποιοί: Στέλιος Μάινας, Γιώργος Αραχωβίτης, Φαίδρα Δρούκα, Γιάννης Μπέζος, Ναταλία Τσαλίκη, Μαίρη Μαυρομμάτη, Λήδα Καπνά, Στέλιος Δρίβας, Γιώργος Ψυχογιός, Τάσος Γιαννόπουλος, Ζήσης Παπαιωάννου
Στο θέατρο Τέχνης
Τετάρτη, Απριλίου 25, 2007
Η δική μου ομπρέλα (παιδικό)
της Ελένης Αλεξάκη σε μια ιδέα της ομάδας Artika
Η δική σου ομπρέλα τι χρώμα είναι;
Έχει πόδια και χέρια και φωνή; Θα παίξει μαζί σου; Θα εξερευνήσετε το κόσμο μαζί;
Ένα κορίτσι προσπαθεί να κοιμηθεί, αλλά η ομπρέλλα της έχει κέφια, θέλει αγκαλιές και δεν την αφήνει! Ένα κορίτσι ξεπηδά από την ομπρέλλα και πάνε μια βόλτα, κολυμπούν στο βυθό, τις παίρνει ο αέρας, κάνουν σκι στο χιόνι, χρώματα πολλά!, μέσα στη δροσιά του δάσους, τρώνε μήλα, μοιράζονται. Εξερεύνηση, παιχνίδι, η χαρά του να ανακαλύπτεις νέα πράγματα, και η χαρά διπλή όταν την ανακάλυψη τη μοιράζεσαι με φίλο.
Μια παράσταση για πολύ μικρά παιδιά, εναμιση με πέντε. Όμορφη προσπάθεια. Είχε μια μαγεία και μια αισθητική. Μόνη παρατήρηση ότι η ιστορία ήταν λιγάκι σουρεάλ για παιδιά. Άλλά ένα μεγάλο μπράβο στο πόσο προσεγμένος και με μεράκι ήταν φτιαγμένος ο χώρος. Προσαρμοσμένος στο κοινό του, τα παιδιά. Φιλικός. Ζεστός. Μου άρεσε και η προτροπή προς τους γονείς να αφήσουν τα παιδιά να χαρούν τη παράσταση και να τα βγάλουν από το χώρο αν δείξουν τη παραμικρή ενόχληση. Είναι καλό να μας θυμίζουν ότι τα πάμε τα παιδιά στο θέατρο για να περάσουν καλά, όχι για να τα κουλτουρέψουμε. Αυτό θα έρθει στο μέλλον αν τους ταιριάζει.
(Και ναι το ξέρω, είναι ασήμαντο, αλλά μου έκανε τόσο καλή εντύπωση, και τελικά η λεπτομέρεια κάνει τη διαφορά, είχανε μωρομάντηλα στις τουαλέτες!)
Σκηνοθεσία: Κατερίνα Αλεξάκη
παίζουν οι ηθοποιοί: Αιμιλία Ζαφειράτου, Μαριλένα Τριανταφυλλίδου
Μουσική: Τάνια Γιαννούλη
Η δική σου ομπρέλα τι χρώμα είναι;
Έχει πόδια και χέρια και φωνή; Θα παίξει μαζί σου; Θα εξερευνήσετε το κόσμο μαζί;
Ένα κορίτσι προσπαθεί να κοιμηθεί, αλλά η ομπρέλλα της έχει κέφια, θέλει αγκαλιές και δεν την αφήνει! Ένα κορίτσι ξεπηδά από την ομπρέλλα και πάνε μια βόλτα, κολυμπούν στο βυθό, τις παίρνει ο αέρας, κάνουν σκι στο χιόνι, χρώματα πολλά!, μέσα στη δροσιά του δάσους, τρώνε μήλα, μοιράζονται. Εξερεύνηση, παιχνίδι, η χαρά του να ανακαλύπτεις νέα πράγματα, και η χαρά διπλή όταν την ανακάλυψη τη μοιράζεσαι με φίλο.
Μια παράσταση για πολύ μικρά παιδιά, εναμιση με πέντε. Όμορφη προσπάθεια. Είχε μια μαγεία και μια αισθητική. Μόνη παρατήρηση ότι η ιστορία ήταν λιγάκι σουρεάλ για παιδιά. Άλλά ένα μεγάλο μπράβο στο πόσο προσεγμένος και με μεράκι ήταν φτιαγμένος ο χώρος. Προσαρμοσμένος στο κοινό του, τα παιδιά. Φιλικός. Ζεστός. Μου άρεσε και η προτροπή προς τους γονείς να αφήσουν τα παιδιά να χαρούν τη παράσταση και να τα βγάλουν από το χώρο αν δείξουν τη παραμικρή ενόχληση. Είναι καλό να μας θυμίζουν ότι τα πάμε τα παιδιά στο θέατρο για να περάσουν καλά, όχι για να τα κουλτουρέψουμε. Αυτό θα έρθει στο μέλλον αν τους ταιριάζει.
(Και ναι το ξέρω, είναι ασήμαντο, αλλά μου έκανε τόσο καλή εντύπωση, και τελικά η λεπτομέρεια κάνει τη διαφορά, είχανε μωρομάντηλα στις τουαλέτες!)
Σκηνοθεσία: Κατερίνα Αλεξάκη
παίζουν οι ηθοποιοί: Αιμιλία Ζαφειράτου, Μαριλένα Τριανταφυλλίδου
Μουσική: Τάνια Γιαννούλη
Δευτέρα, Απριλίου 23, 2007
η κατιούσα σπείρα
Να με συμπαθάτε, δε μου αρέσει να γράφω αρνητικά, αλλά θα γκρινιάξω, και θα βγάλω το χρυσό μου φτυάρι και θα θάψω.
Επιβάλλεται.
Είναι ένα κορίτσι, η αλκιμήδη (τι κορίτσι δηλαδή τριανταπέντε χρονώ γαιδάρα) που φέτος έκανε ένα δώρο στον εαυτό της. Η αλκιμήδη βλέπετε έχει ένα πάθος πανάκριβο, της αρέσει το θέατρο, και δεν είναι ούτε ηθοποιός, ούτε δημοσιογράφος. Φέτος λοιπόν χάρισε στον εαυτό της ένα πολύτιμο δώρο (νόμιζε). Την ετήσια συνδρομή στο θέατρο του Νότου. Πόσο ευτυχισμένη ήταν, θα έβλεπε πέντε (τουλάχιστον καλές) παραστάσεις. Ίσως και να μαγευόταν, όπως με το "τόσο πολύ νερό, τόσο μακριά από το σπίτι" ή με το "Ο αγλέορας και οι φίλοι της Ευριδίκης Μπόντυ" πέρυσι.
Και εκεί αποφάσισε και να ξεκινήσει τη θεατρική της σαιζόν. Με ένα εκπληκτικό "Μαμ" κατενθουσιάστηκε. Τι καλά σκέφτηκε, ο καλύτερος τρόπος για να ξεκινήσουμε τη σαιζόν φέτος! και έτριψε τα μη παχουλά χεράκια της.
Στη συνέχεια ευχαριστήθηκε ένα αρκετά καλό "Σάρα". Ένταξει δεν ενθουσιαστήκαμε, αλλά ηθοποιοί καταπληκτικές, κείμενο ενδιαφέρον, μια χαρά!
Μετά μας προκύπτει ένας συμπαθητικός ναι μεν χλιαρότατος δε "Πελεκάνος". Η αλκιμήδη ψιλοαπαγοητευμένη αλλά ευχαριστημένη. Παραστάσεις καλές, ευπρεπεις, δε μπορούμε να συγκλονιζόμαστε πάντα, σωστά;
Για να δούμε τι λέει κι αυτός ο "Ορφανός του Ζάο"; Χμ, ένα μεγάλο ερωτηματικό μένει, καμία σκέψη δε γεννιέται για να καταγραφεί στο μπλόγκ και η παράσταση περνά στο πεδίο της λήθης.
Και για το τέλος, ταρατατατα! έχοντας διαβάσει καλή κριτική στο αθηνόραμα και με το ηθικό αναπτερομένο... τρώει η γλυκειά αλκιμηδούλα τη κεραμίδα στο κεφάλι
"Άγριοι - Ο άντρας με τα θλιμένα μάτια"
Πέντε εξαίρετοι ηθοποιοί, δε μπορούν να σώσουν το "δε σώζεται αυτό το έργο που να χτυπιέσαι μάτια μου δε σώζεται!" όσο και να προσπαθούν, όσο και να τα δίνουν όλα, όσο επαγγελματίες και να είναι. Μα πως τους ήρθε να το επιλέξουν το συγκεκριμένο έργο και ποιούς μαλιοτραβηγμένους συμβολισμούς κι αναφορές να κάνω για να πω ότι κάτι πήρα. Όσο καλή διάθεση και να έχω (που την έχω τρομάρα μου, την έχω)συγνώμη αλλά δεν, δεν σας λέω, δεν!
Τώρα γιατί γκρινιάζω; Γκρινιάζω γιατί στην πολυαγαπημένη μου χώρα που έχει πολύ καλό θέατρο (και συγκρίνοντας με το αγγλικό σας διαβεβαιώ είμαστε έτη φωτός μπροστά στο να δημιουργούμε ουσιαστική τέχνη και κοινωνία ηθοποιων/δημιουργών με θεατές) συμβαίνει το εξής εκνευριστικό.
Κάποιοι θεατράνρωποι/οργανισμοί που έχουν προσφέρει πολλά στο χώρο και έχουν κάνει πολύ καλό θέατρο, και δικαίως είναι καταξιωμένοι, και έχω στο μυαλό μου Θέατρο του Νέου Κόσμου, Θέατρο του Νότου και Βογιατζή, για να μιλάω ξεκάθαρα και να μη πετάω σπόντες εκεί που δε πρέπει, κάπου έχουν χάσει το μέτρο. Και δε πειράζει, μέσα στο παιχνίδι είναι να το χάσουν, κομμάτι της διαδικασίας της τέχνης τους. Αλλά το κοινό και οι δημοσιογράφοι τους επιτρέπουν να συνεχίζουν να το χάνουν το μέτρο, και να πέφτουν σε μια πραγματικά κατιούσα σπείρα. Και οι ίδιοι δε το βλέπουν άραγε; Δεν το διαισθάνονται; Βλέπω μια έπαρση, και αυτό με εκνευρίζει. Ίσως και να με ανησυχεί.
Επιβάλλεται.
Είναι ένα κορίτσι, η αλκιμήδη (τι κορίτσι δηλαδή τριανταπέντε χρονώ γαιδάρα) που φέτος έκανε ένα δώρο στον εαυτό της. Η αλκιμήδη βλέπετε έχει ένα πάθος πανάκριβο, της αρέσει το θέατρο, και δεν είναι ούτε ηθοποιός, ούτε δημοσιογράφος. Φέτος λοιπόν χάρισε στον εαυτό της ένα πολύτιμο δώρο (νόμιζε). Την ετήσια συνδρομή στο θέατρο του Νότου. Πόσο ευτυχισμένη ήταν, θα έβλεπε πέντε (τουλάχιστον καλές) παραστάσεις. Ίσως και να μαγευόταν, όπως με το "τόσο πολύ νερό, τόσο μακριά από το σπίτι" ή με το "Ο αγλέορας και οι φίλοι της Ευριδίκης Μπόντυ" πέρυσι.
Και εκεί αποφάσισε και να ξεκινήσει τη θεατρική της σαιζόν. Με ένα εκπληκτικό "Μαμ" κατενθουσιάστηκε. Τι καλά σκέφτηκε, ο καλύτερος τρόπος για να ξεκινήσουμε τη σαιζόν φέτος! και έτριψε τα μη παχουλά χεράκια της.
Στη συνέχεια ευχαριστήθηκε ένα αρκετά καλό "Σάρα". Ένταξει δεν ενθουσιαστήκαμε, αλλά ηθοποιοί καταπληκτικές, κείμενο ενδιαφέρον, μια χαρά!
Μετά μας προκύπτει ένας συμπαθητικός ναι μεν χλιαρότατος δε "Πελεκάνος". Η αλκιμήδη ψιλοαπαγοητευμένη αλλά ευχαριστημένη. Παραστάσεις καλές, ευπρεπεις, δε μπορούμε να συγκλονιζόμαστε πάντα, σωστά;
Για να δούμε τι λέει κι αυτός ο "Ορφανός του Ζάο"; Χμ, ένα μεγάλο ερωτηματικό μένει, καμία σκέψη δε γεννιέται για να καταγραφεί στο μπλόγκ και η παράσταση περνά στο πεδίο της λήθης.
Και για το τέλος, ταρατατατα! έχοντας διαβάσει καλή κριτική στο αθηνόραμα και με το ηθικό αναπτερομένο... τρώει η γλυκειά αλκιμηδούλα τη κεραμίδα στο κεφάλι
"Άγριοι - Ο άντρας με τα θλιμένα μάτια"
Πέντε εξαίρετοι ηθοποιοί, δε μπορούν να σώσουν το "δε σώζεται αυτό το έργο που να χτυπιέσαι μάτια μου δε σώζεται!" όσο και να προσπαθούν, όσο και να τα δίνουν όλα, όσο επαγγελματίες και να είναι. Μα πως τους ήρθε να το επιλέξουν το συγκεκριμένο έργο και ποιούς μαλιοτραβηγμένους συμβολισμούς κι αναφορές να κάνω για να πω ότι κάτι πήρα. Όσο καλή διάθεση και να έχω (που την έχω τρομάρα μου, την έχω)συγνώμη αλλά δεν, δεν σας λέω, δεν!
Τώρα γιατί γκρινιάζω; Γκρινιάζω γιατί στην πολυαγαπημένη μου χώρα που έχει πολύ καλό θέατρο (και συγκρίνοντας με το αγγλικό σας διαβεβαιώ είμαστε έτη φωτός μπροστά στο να δημιουργούμε ουσιαστική τέχνη και κοινωνία ηθοποιων/δημιουργών με θεατές) συμβαίνει το εξής εκνευριστικό.
Κάποιοι θεατράνρωποι/οργανισμοί που έχουν προσφέρει πολλά στο χώρο και έχουν κάνει πολύ καλό θέατρο, και δικαίως είναι καταξιωμένοι, και έχω στο μυαλό μου Θέατρο του Νέου Κόσμου, Θέατρο του Νότου και Βογιατζή, για να μιλάω ξεκάθαρα και να μη πετάω σπόντες εκεί που δε πρέπει, κάπου έχουν χάσει το μέτρο. Και δε πειράζει, μέσα στο παιχνίδι είναι να το χάσουν, κομμάτι της διαδικασίας της τέχνης τους. Αλλά το κοινό και οι δημοσιογράφοι τους επιτρέπουν να συνεχίζουν να το χάνουν το μέτρο, και να πέφτουν σε μια πραγματικά κατιούσα σπείρα. Και οι ίδιοι δε το βλέπουν άραγε; Δεν το διαισθάνονται; Βλέπω μια έπαρση, και αυτό με εκνευρίζει. Ίσως και να με ανησυχεί.
Ηλέκτρα
του Ούγκο φον Χόφμανσταλ
Ο μύθος των Ατρειδών, τρεις γυναίκες τραγικές η καθεμία με διαφορετικό τρόπο.
Η Ηλέκτρα, εγκλωβισμένη στο μίσος, στην αδυναμία να ξεχάσει (μα πως θα μπορούσε να προσπεράσει τέτοια προδοσία), στην αναζήτηση της δικαιοσύνης, της τιμωρίας.
Δεν είμαι ζώο να ξεχάσω
Και η ζωή της (όχι, δεν είναι πια ζωή, απλά συνεχίζει να ανασαίνει) δεν είναι τίποτα άλλο από τη συνεχή επανάληψη του τραγικού παρελθόντος και την ελπίδα για εκδίκηση. Και όταν πια η «δικαίωση» έρχεται, από τα χέρια του αδερφού της, απλά καταρρέει. Έσπρωξε τον Ορέστη να γίνει μητροκτόνος, η ίδια μητροκτόνος, η ίδια χωρίς μάνα πια.
Η Χρυσόθεμη, θέλει να ξεχάσει, θέλει να συνεχίσει τη ζωή της, θέλει τη μοίρα της γυναίκας. Δε θέλει να γυρνάει στο παρελθόν, βλέπει τα χρόνια να περνούν, την ευκαιρία για να έχει τη ζωή που ονειρεύτηκε πριν το φόνο του πατέρα της και θέλει το όνειρο της πίσω. Εκλιπαρεί την Ηλέκτρα να ξεχάσει για να τις ελευθερώσουν και τις δύο, να μπορέσουν και οι δύο να ζήσουν. Πώς να αισθάνεται άραγε κάποιος που όλες οι βαθύτερες επιθυμίες του μένουν ανεκπλήρωτες εξαιτίας επιλογών άλλων, αδύναμος να αλλάξει τη πορεία της ζωής του, έρμαιο στη μοίρα, εξαρτημένος από ξένα σε αυτόν; Και πώς να συνεχίσει να βιώνει μια ζωή που δεν ήθελε, δεν έχει λόγο στη πορεία της, δεν έχει τρόπο να γυρίσει. Ποια ελπίδα να τον κρατήσει; Δεν ζει, απλά ανασαίνει.
Η Κλυταιμνήστρα, η γυναίκα που πένθησε μια κόρη, χαμένη στο βωμό ενός πολέμου που δεν καταλάβαινε, αποχαιρέτησε σύζυγο και παλιά ζωή, και μετά της ζητήθηκε να επιστρέψει εκεί, σαν τίποτα να μη συνέβη. Και αυτή που μόνο ήθελε να συνεχίσει να ζει όπως διάλεξε, που έγινε φονιάς του πατέρα των παιδιών της διεκδικώντας αυτή τη ζωή, τώρα κατατρεγμένη από εφιάλτες. Δεν την απασχολούν οι τύψεις, η δικαιοσύνη, τα βαθύτερα ερωτήματα, θέλει μόνο να ζει όπως επιλέγει. Δεν την απασχολεί η αλήθεια.
«Όπως οι άρρωστοι που ψάχνουν μόνο για ανακούφιση… Δε θέλω να μου λέτε τι είναι αλήθεια ή ψέμα, κανείς δε ξέρει ποια είναι η αλήθεια. Όταν κάποιος λέει κάτι ευχάριστο θέλω να το ακούσω»
Και αυτή, που φαίνεται η πιο ψυχρή ωφελιμίστρια από όλους, είναι τελικά η πιο βαθιά φιλοσοφημένη.
Τρεις ζωές κολλημένες, τρεις μη ζωές, περιμένουν τι; ποια πράξη θα τις απεγκλωβίσει; ποιός θα πράξει; και ποιό το αποτέλσμα της πράξης αυτής;
Η πράξη είναι η κλίνη από βάλσαμο που πάνω της αναπαύεται η ψυχή
η όποια πράξη, αρκεί να είναι η δύναμη που θα επιφέρει κάποια μετατόπιση, τον απεγκλωβισμό τους και ας τις ρίξει όπου να ναι.
Ένα πολύ όμορφο κείμενο, μια καλοδουλεμένη παράσταση με τρεις εκπληκτικές ερμηνείες από τις τρεις πρωταγωνίστριες. Ατμοσφαιρικό, οι ψυχές των ηρωίδων να συνομιλούν με το κοινό.
Μου άρεσε (αν και με ξένισε και μου δημιούργησε κάποια αμηχανία) το ότι μέχρι να αρχίσει το έργο, έξι μαυροντυμένες γυναίκες, οι υπηρέτρειες του οικου των ατρειδών, σφουγγαρίζουν ασταμάτητα το πάτωμα. Εγώ υπέστη είκοσι λεπτά αυτής της διαδικασίας, κάποιοι θεατές λίγο παραπάνω. Πλένουν και ξαναπλένουν, να καθαρίσουν τα αίματα από το φονικό ειπώθηκε αργότερα στο κείμενο, μα όσο και να πλένουν το αίμα δε βγαίνει, η μνήμη δε καθαρίζει, κάποια μιάσματα χρειάζονται κάτι παραπάνω από νερό και σαπούνι. Φωτιά θα πει η Ηλέκτρα, ναι, παρανάλωμα και μέσα από τις στάχτες να αναγεννηθεί κάτι καθάριο. Και κάπως εμένα αυτό μου θύμησε τις ανθρώπινες ψυχές και πως κάποια μιάσματα τους ούτε καθαρίζουν, ούτε κρύβονται, μόνο με πλήρη αποτέφρωση μπορεί κανείς να τις αναδομήσει. Και το ίδιο ισχύει και για τις ψυχές της Ηλέκτρας, της Κλυταιμνήστρας και της Χρυσόθεμης.
Σκηνοθεσία: Θωμάς Μοσχόπουλος
Στους κύριους ρόλους: Άννα Μάσχα (Ηλέκτρα), Αμαλία Μουτούση (Κλυταιμνήστρα), Μαρία Σκουλά (Χρυσόθεμη), Αργύρης Ξάφης (Ορέστης)
στο μέγαρο μουσικής
μέχρι 25/04/2007
Ο μύθος των Ατρειδών, τρεις γυναίκες τραγικές η καθεμία με διαφορετικό τρόπο.
Η Ηλέκτρα, εγκλωβισμένη στο μίσος, στην αδυναμία να ξεχάσει (μα πως θα μπορούσε να προσπεράσει τέτοια προδοσία), στην αναζήτηση της δικαιοσύνης, της τιμωρίας.
Δεν είμαι ζώο να ξεχάσω
Και η ζωή της (όχι, δεν είναι πια ζωή, απλά συνεχίζει να ανασαίνει) δεν είναι τίποτα άλλο από τη συνεχή επανάληψη του τραγικού παρελθόντος και την ελπίδα για εκδίκηση. Και όταν πια η «δικαίωση» έρχεται, από τα χέρια του αδερφού της, απλά καταρρέει. Έσπρωξε τον Ορέστη να γίνει μητροκτόνος, η ίδια μητροκτόνος, η ίδια χωρίς μάνα πια.
Η Χρυσόθεμη, θέλει να ξεχάσει, θέλει να συνεχίσει τη ζωή της, θέλει τη μοίρα της γυναίκας. Δε θέλει να γυρνάει στο παρελθόν, βλέπει τα χρόνια να περνούν, την ευκαιρία για να έχει τη ζωή που ονειρεύτηκε πριν το φόνο του πατέρα της και θέλει το όνειρο της πίσω. Εκλιπαρεί την Ηλέκτρα να ξεχάσει για να τις ελευθερώσουν και τις δύο, να μπορέσουν και οι δύο να ζήσουν. Πώς να αισθάνεται άραγε κάποιος που όλες οι βαθύτερες επιθυμίες του μένουν ανεκπλήρωτες εξαιτίας επιλογών άλλων, αδύναμος να αλλάξει τη πορεία της ζωής του, έρμαιο στη μοίρα, εξαρτημένος από ξένα σε αυτόν; Και πώς να συνεχίσει να βιώνει μια ζωή που δεν ήθελε, δεν έχει λόγο στη πορεία της, δεν έχει τρόπο να γυρίσει. Ποια ελπίδα να τον κρατήσει; Δεν ζει, απλά ανασαίνει.
Η Κλυταιμνήστρα, η γυναίκα που πένθησε μια κόρη, χαμένη στο βωμό ενός πολέμου που δεν καταλάβαινε, αποχαιρέτησε σύζυγο και παλιά ζωή, και μετά της ζητήθηκε να επιστρέψει εκεί, σαν τίποτα να μη συνέβη. Και αυτή που μόνο ήθελε να συνεχίσει να ζει όπως διάλεξε, που έγινε φονιάς του πατέρα των παιδιών της διεκδικώντας αυτή τη ζωή, τώρα κατατρεγμένη από εφιάλτες. Δεν την απασχολούν οι τύψεις, η δικαιοσύνη, τα βαθύτερα ερωτήματα, θέλει μόνο να ζει όπως επιλέγει. Δεν την απασχολεί η αλήθεια.
«Όπως οι άρρωστοι που ψάχνουν μόνο για ανακούφιση… Δε θέλω να μου λέτε τι είναι αλήθεια ή ψέμα, κανείς δε ξέρει ποια είναι η αλήθεια. Όταν κάποιος λέει κάτι ευχάριστο θέλω να το ακούσω»
Και αυτή, που φαίνεται η πιο ψυχρή ωφελιμίστρια από όλους, είναι τελικά η πιο βαθιά φιλοσοφημένη.
Τρεις ζωές κολλημένες, τρεις μη ζωές, περιμένουν τι; ποια πράξη θα τις απεγκλωβίσει; ποιός θα πράξει; και ποιό το αποτέλσμα της πράξης αυτής;
Η πράξη είναι η κλίνη από βάλσαμο που πάνω της αναπαύεται η ψυχή
η όποια πράξη, αρκεί να είναι η δύναμη που θα επιφέρει κάποια μετατόπιση, τον απεγκλωβισμό τους και ας τις ρίξει όπου να ναι.
Ένα πολύ όμορφο κείμενο, μια καλοδουλεμένη παράσταση με τρεις εκπληκτικές ερμηνείες από τις τρεις πρωταγωνίστριες. Ατμοσφαιρικό, οι ψυχές των ηρωίδων να συνομιλούν με το κοινό.
Μου άρεσε (αν και με ξένισε και μου δημιούργησε κάποια αμηχανία) το ότι μέχρι να αρχίσει το έργο, έξι μαυροντυμένες γυναίκες, οι υπηρέτρειες του οικου των ατρειδών, σφουγγαρίζουν ασταμάτητα το πάτωμα. Εγώ υπέστη είκοσι λεπτά αυτής της διαδικασίας, κάποιοι θεατές λίγο παραπάνω. Πλένουν και ξαναπλένουν, να καθαρίσουν τα αίματα από το φονικό ειπώθηκε αργότερα στο κείμενο, μα όσο και να πλένουν το αίμα δε βγαίνει, η μνήμη δε καθαρίζει, κάποια μιάσματα χρειάζονται κάτι παραπάνω από νερό και σαπούνι. Φωτιά θα πει η Ηλέκτρα, ναι, παρανάλωμα και μέσα από τις στάχτες να αναγεννηθεί κάτι καθάριο. Και κάπως εμένα αυτό μου θύμησε τις ανθρώπινες ψυχές και πως κάποια μιάσματα τους ούτε καθαρίζουν, ούτε κρύβονται, μόνο με πλήρη αποτέφρωση μπορεί κανείς να τις αναδομήσει. Και το ίδιο ισχύει και για τις ψυχές της Ηλέκτρας, της Κλυταιμνήστρας και της Χρυσόθεμης.
Σκηνοθεσία: Θωμάς Μοσχόπουλος
Στους κύριους ρόλους: Άννα Μάσχα (Ηλέκτρα), Αμαλία Μουτούση (Κλυταιμνήστρα), Μαρία Σκουλά (Χρυσόθεμη), Αργύρης Ξάφης (Ορέστης)
στο μέγαρο μουσικής
μέχρι 25/04/2007
Παρασκευή, Απριλίου 20, 2007
Νύχτα Ραδιοφόνων
Του Νίκυ Σίλβερ
Μια νύχτα τρελή. Οι σκουπιδιάρες απεργούν και έξι πρόσωπα ζουν μικρές ιστορίες ζωής και έρωτα. Όπου κάποιοι δίνουν και κάποιοι είτε απλά παίρνουν είτε αρπάζουν ότι προλάβουν. Στο όνομα τι; Του έρωτα και της αγάπης φυσικά. Απεγνωσμένες προσπάθειες για επαφή σε μια ζωή απομόνωσης. Απεγνωσμένα απαγκιστρωνόμαστε από κάποιον, άραγε γιατί; Τον έχουμε ανάγκη επειδή τον αγαπάμε ή τον αγαπάμε επειδή τον έχουμε ανάγκη; Να βάλουμε αυτό μέσα στη ζωή μας για να κρύψουμε από πίσω του όλα τα σκουπίδια που δε θέλουμε να βλέπουμε, δε μπορούμε να πετάξουμε, δεν έχουμε το κουράγιο να καθαρίσουμε. Και το ένστικτο να λέει ότι κάτι δε πάει καθόλου καλά εδώ πέρα, κάτι δε κολλάει, και πίσω μπρος να πηγαίνουμε, να φύγω ή να μείνω; Να σε διώξω ή να σε κρατήσω; Να με πείσω ότι σε αγαπώ; Να σε πείσω ότι εμένα αγαπάς; Οτιδήποτε, οτιδήποτε θα καλύψει τη μπόχα των σκουπιδιών. Της αδυναμίας μου να είμαι χωρίς σου και μαζί σου. Να συνεχίσω να ζω όπως όπως με το λιγότερο δυνατό πόνο, να βλέπω όσα λιγότερα σκουπίδια μπορώ. Να υποκρίνομαι ότι δεν είναι εκεί, ότι οι σκουπιδιάρες δεν απεργούν.
Μια πολύ καλή παράσταση σε ξέφρενους ρυθμούς. Η κ. Ράντου πραγματικά δοσμένη. Η σκηνοθεσία του κ. Κακλέα ως συνήθως ευφάνταστη, ευρηματική, σουρεάλ, αναδυκνείει κείμενο και ηθοποιούς. Συστήνω επίσης να πάρετε το πρόγραμμα το οποίο είναι γεμάτο από food for thought. Και τελικά το έργο μπορείς αν θέλεις να το δεις ως δρώμενο εκείνη τη στιγμή, γέλιο αγωνία και αν θέλεις μετά να το σκεφτείς είτε λιγότερο είτε περισσότερο, να αναγνωρίσεις ή μη συμβολισμούς, να κρατήσεις ότι έχεις ανάγκη. Πολύ καλό. Να πάτε.
Σκηνοθεσία: Γιάννης Κακλέας
Παίζουν οι ηθοποιοί: Ελένη Ράντου, Βασίλης Χαραλαμπόπουλος, Φάνης Μουρατίδης, Λίνα Σακκά, Κώστας Αποστολάκης, Ορφέας Αυγουστίδης
Στο θέατρο Διάνα
Μέχρι 29/4
*** Και συνεχίζει για δεύτερη χρονια! HURRAY!!***
Μια νύχτα τρελή. Οι σκουπιδιάρες απεργούν και έξι πρόσωπα ζουν μικρές ιστορίες ζωής και έρωτα. Όπου κάποιοι δίνουν και κάποιοι είτε απλά παίρνουν είτε αρπάζουν ότι προλάβουν. Στο όνομα τι; Του έρωτα και της αγάπης φυσικά. Απεγνωσμένες προσπάθειες για επαφή σε μια ζωή απομόνωσης. Απεγνωσμένα απαγκιστρωνόμαστε από κάποιον, άραγε γιατί; Τον έχουμε ανάγκη επειδή τον αγαπάμε ή τον αγαπάμε επειδή τον έχουμε ανάγκη; Να βάλουμε αυτό μέσα στη ζωή μας για να κρύψουμε από πίσω του όλα τα σκουπίδια που δε θέλουμε να βλέπουμε, δε μπορούμε να πετάξουμε, δεν έχουμε το κουράγιο να καθαρίσουμε. Και το ένστικτο να λέει ότι κάτι δε πάει καθόλου καλά εδώ πέρα, κάτι δε κολλάει, και πίσω μπρος να πηγαίνουμε, να φύγω ή να μείνω; Να σε διώξω ή να σε κρατήσω; Να με πείσω ότι σε αγαπώ; Να σε πείσω ότι εμένα αγαπάς; Οτιδήποτε, οτιδήποτε θα καλύψει τη μπόχα των σκουπιδιών. Της αδυναμίας μου να είμαι χωρίς σου και μαζί σου. Να συνεχίσω να ζω όπως όπως με το λιγότερο δυνατό πόνο, να βλέπω όσα λιγότερα σκουπίδια μπορώ. Να υποκρίνομαι ότι δεν είναι εκεί, ότι οι σκουπιδιάρες δεν απεργούν.
Μια πολύ καλή παράσταση σε ξέφρενους ρυθμούς. Η κ. Ράντου πραγματικά δοσμένη. Η σκηνοθεσία του κ. Κακλέα ως συνήθως ευφάνταστη, ευρηματική, σουρεάλ, αναδυκνείει κείμενο και ηθοποιούς. Συστήνω επίσης να πάρετε το πρόγραμμα το οποίο είναι γεμάτο από food for thought. Και τελικά το έργο μπορείς αν θέλεις να το δεις ως δρώμενο εκείνη τη στιγμή, γέλιο αγωνία και αν θέλεις μετά να το σκεφτείς είτε λιγότερο είτε περισσότερο, να αναγνωρίσεις ή μη συμβολισμούς, να κρατήσεις ότι έχεις ανάγκη. Πολύ καλό. Να πάτε.
Σκηνοθεσία: Γιάννης Κακλέας
Παίζουν οι ηθοποιοί: Ελένη Ράντου, Βασίλης Χαραλαμπόπουλος, Φάνης Μουρατίδης, Λίνα Σακκά, Κώστας Αποστολάκης, Ορφέας Αυγουστίδης
Στο θέατρο Διάνα
Μέχρι 29/4
*** Και συνεχίζει για δεύτερη χρονια! HURRAY!!***
Τετάρτη, Μαρτίου 28, 2007
Καθόλου Καλά
της Ούρσουλα Ράνι Σάρμα
Η Κόρα και ο Μίκυ, δύο αδέλφια, μεγαλωμένα στην ιρλανδική επαρχεία, από κάποιο Θείο, θεία, ασαφές, γιατί μάλλον η μητέρα τους έχει πεθάνει, παρατημένα εκεί, παραμελημένα, βιωνουν την αδιαφορία, και η Κόρα, έρμαιο στη παιδική σεξουαλική κακοποίηση από ένα πελάτη του μπαρ των θείων της. Μοναδική τους ζεστασιά η φαντασίωση της φυγής. Και ο Μίκυ, αν και δε θέλει να μη κάνει το καλό, ξέρει πιο είναι το καλό, μετατρέπεται σε εγκληματία. Σκοτώνει το βιαστή της αδερφής του επειδή εκείνη του το ζήτησε, όπως μετά χτυπάει και τον αστυνομικό επειδή την έριξε κάτω.
"Πάντως ήταν αυτοάμυνα. Δηλαδή, αν η Κόρα ήταν πιο δυνατή έτσι θα τον χτυπούσε κι αυτή, αλλά είναι αδύνατη, άρα ποιός θα την προστατέψει;"
Α ρε Μίκυ, στα δεκαπέντε σου φονιάς και φυγάς.
Α ρε Κόρα, ορφανή, παιδιά χωρίς γονείς, χωρίς κάποιον ενήλικα να τα φροντίσει.
Όπως λέει και η συγγραφέας σε συνέντευξη της στο πρόγραμμα της παράστασης
"Πάντα πίστευα ότι η αθωότητα της παιδικής ηλικίας είναι ένα δώρο, και η κλοπή ή η απωλεια αυτής της αθωότητας μια τραγωδία"
Και οι αποδέκτες απλά τραγικές φιγούρες. Και ναι,
"Κάτι δε μου πήγαινε καλά με αυτούς τους δύο. Καθόλου καλά"
Φυσικά, όταν μεγαλώνει κανείς μόνος δε μπορεί παρα να μην είναι "καθόλου καλά"
Το θέμα σοβαρό, το έργο το βρήκα λίγο επιφανειακό, αλλά παρόλαταύτα δημιουργεί τις σκέψεις. Η παράσταση, έντονη, με ένταση, να γροθοκοπάει το μυαλό με την ένταση της, και να μπαίνει η ιστορία στο μελανιασμένο μυαλό, πιο έντονα. Το σύνολο όμως το βρήκα λίγο ασυνεχές.
Σκηνοθεσία: Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος
Παίζουν οι ηθοποιοί: Ιωάννα Παππά, Όμηρος Πουλάκης, Γιώργος Γάλλος
στο Θέατρο του Νέου Κόσμου
Η Κόρα και ο Μίκυ, δύο αδέλφια, μεγαλωμένα στην ιρλανδική επαρχεία, από κάποιο Θείο, θεία, ασαφές, γιατί μάλλον η μητέρα τους έχει πεθάνει, παρατημένα εκεί, παραμελημένα, βιωνουν την αδιαφορία, και η Κόρα, έρμαιο στη παιδική σεξουαλική κακοποίηση από ένα πελάτη του μπαρ των θείων της. Μοναδική τους ζεστασιά η φαντασίωση της φυγής. Και ο Μίκυ, αν και δε θέλει να μη κάνει το καλό, ξέρει πιο είναι το καλό, μετατρέπεται σε εγκληματία. Σκοτώνει το βιαστή της αδερφής του επειδή εκείνη του το ζήτησε, όπως μετά χτυπάει και τον αστυνομικό επειδή την έριξε κάτω.
"Πάντως ήταν αυτοάμυνα. Δηλαδή, αν η Κόρα ήταν πιο δυνατή έτσι θα τον χτυπούσε κι αυτή, αλλά είναι αδύνατη, άρα ποιός θα την προστατέψει;"
Α ρε Μίκυ, στα δεκαπέντε σου φονιάς και φυγάς.
Α ρε Κόρα, ορφανή, παιδιά χωρίς γονείς, χωρίς κάποιον ενήλικα να τα φροντίσει.
Όπως λέει και η συγγραφέας σε συνέντευξη της στο πρόγραμμα της παράστασης
"Πάντα πίστευα ότι η αθωότητα της παιδικής ηλικίας είναι ένα δώρο, και η κλοπή ή η απωλεια αυτής της αθωότητας μια τραγωδία"
Και οι αποδέκτες απλά τραγικές φιγούρες. Και ναι,
"Κάτι δε μου πήγαινε καλά με αυτούς τους δύο. Καθόλου καλά"
Φυσικά, όταν μεγαλώνει κανείς μόνος δε μπορεί παρα να μην είναι "καθόλου καλά"
Το θέμα σοβαρό, το έργο το βρήκα λίγο επιφανειακό, αλλά παρόλαταύτα δημιουργεί τις σκέψεις. Η παράσταση, έντονη, με ένταση, να γροθοκοπάει το μυαλό με την ένταση της, και να μπαίνει η ιστορία στο μελανιασμένο μυαλό, πιο έντονα. Το σύνολο όμως το βρήκα λίγο ασυνεχές.
Σκηνοθεσία: Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος
Παίζουν οι ηθοποιοί: Ιωάννα Παππά, Όμηρος Πουλάκης, Γιώργος Γάλλος
στο Θέατρο του Νέου Κόσμου
Οι τρεις σωματοφύλακες (παιδικό)
& τα διαμάντια της Βασίλισσας
βασισμένο στο έργο του Αλέξανδρου Δουμά
Διασκευή: Κάρμεν Ρουγγέρη
Η γνωστή και πολυαγαπημένη μας ιστορία του νεαρού Νταρτανιάν (κατά Ιάσωνα "καστανάς") που αφήνει την γαλλική επαρχία και φτιάχνει τη τύχη του στο Παρίσι. "Προσόντα όταν έχεις το θάρρος το μυαλό, σίγουρα θα πετύχεις αυτό είναι φανερό" Μικροπαρεξηγήσεις και φιλίες δυνατές γεννιούνται. " Ένας για όλους και όλοι για έναν". Περιπέτεια. Εμπόδια που ξεπερνιούνται. Ομορφη παράσταση για παιδιά, γεμάτη ζωντάνια και κέφι, με όμορφη μουσική σε αναγεννησιακό στυλ, να ταιριάζει με την εποχή.
Μια ακόμη πολύ καλή δουλειά από τη κ. Ρουγγέρη, όπως μας έχει συνηθίσει.
Σκηνοθεσία: Κάρμεν Ρουγγέρη
Παίζουν οι ηθοποιοί: Μαρία Βλάχου, Αντώνης Δημητροκάλης, Λουκάς Ζήκος, Γιώργος Κατινάς, Αλέξανδρος Κομπογιώργος, Φώτης Μπατζάς, Γιάννης Νικολάου, Τάσος Παπαδόπουλος, Ελεάνα Παπαδοπούλου, Μαρία Πίγκου, Ζήσης Ρούμπος, Χριστίνα Φρονίστα
Στο θέατρο Κιβωτός
βασισμένο στο έργο του Αλέξανδρου Δουμά
Διασκευή: Κάρμεν Ρουγγέρη
Η γνωστή και πολυαγαπημένη μας ιστορία του νεαρού Νταρτανιάν (κατά Ιάσωνα "καστανάς") που αφήνει την γαλλική επαρχία και φτιάχνει τη τύχη του στο Παρίσι. "Προσόντα όταν έχεις το θάρρος το μυαλό, σίγουρα θα πετύχεις αυτό είναι φανερό" Μικροπαρεξηγήσεις και φιλίες δυνατές γεννιούνται. " Ένας για όλους και όλοι για έναν". Περιπέτεια. Εμπόδια που ξεπερνιούνται. Ομορφη παράσταση για παιδιά, γεμάτη ζωντάνια και κέφι, με όμορφη μουσική σε αναγεννησιακό στυλ, να ταιριάζει με την εποχή.
Μια ακόμη πολύ καλή δουλειά από τη κ. Ρουγγέρη, όπως μας έχει συνηθίσει.
Σκηνοθεσία: Κάρμεν Ρουγγέρη
Παίζουν οι ηθοποιοί: Μαρία Βλάχου, Αντώνης Δημητροκάλης, Λουκάς Ζήκος, Γιώργος Κατινάς, Αλέξανδρος Κομπογιώργος, Φώτης Μπατζάς, Γιάννης Νικολάου, Τάσος Παπαδόπουλος, Ελεάνα Παπαδοπούλου, Μαρία Πίγκου, Ζήσης Ρούμπος, Χριστίνα Φρονίστα
Στο θέατρο Κιβωτός
Δευτέρα, Μαρτίου 26, 2007
Μπλε Μελαγχολία
των Μανου Ελευθερίου, Μαρω Δουκα, Μενιου Κουμανταρέα
Τρεις μονόλογοι, τρία μονόπρακτα με κεντρικό άξονα τη μετανάστευση. Τρεις ξένοι στην Ελλάδα. Τρεις ιστορίες.
Ο πολωνός ηθοποιός με τις σπουδές, τη καλιέργεια, που καθαρίζει σπίτια.
Ο αλβανός νεαρός που δε μπορεί να είναι νεαρός. Στα είκοσι πρέπει να είναι ώριμος. Αδυνατεί και πληρώνει το τίμημα.
Και η μεσαία ιστορία, η συγκλονιστική ιστορία μιας ουκρανής, που την εκμεταλεύονται, που τη χρησιμοποιούν. Αυτά που περιγράφει σοκάρουν. Δεν έχει σημασία να η κ. Μάρω Δούκα βασίστηκε σε αληθινά γεγονότα. Θα μπορούσαν κάλλιστα να έχουν συμβεί, όσο φρικαλέα κι αν είναι δυστυχώς δε με εξέπληξαν. Μπορεί να στρουθοκαμηλίζω και να μη σκέφτομαι τη πιθανότητα να συμβαίνουν αλλά μέσα μου ξέρω ότι στη δημοκρατική δύση και αυτό είναι πιθανό.
Όχι δεν είναι τόσο οι δυσκολίες που οι τρεις άνθρωποι συναντούν. Δεν είναι τα γεγονότα της ζωής τους που τους κάνουν τραγικές φιγούρες. Θα μπορούσαν να είναι οι ιστορίες του οποιουδήποτε. Όμως αυτοί οι τρεις άνθρωποι έχουν μία επιπλέον δυσκολία να αντιμετωπίσουν. Κάτι που όλα τα ισοπεδώνει και τους προσδίδει το ίδιο χρώμα στις εμπειρίες τους. Είναι και αισθάνονται ξένοι. Οι δυσκολίες τους τόσο πιο έντονες επειδή είναι ξένοι. Και ξένοι θα παραμείνουν. Όχι ευπρόσδεκτοι. Με λαχτάρα να ήταν. Με λαχτάρα να γίνουν έλληνες πολίτες. Με λαχτάρα να ενσωματωθούν. Να ανήκουν.
"Να περισσεύεις παντού. Να μη χωράς πουθενά. Να σου πει η πατρίδα σου "Φύγε, είμαστε πολλοί". Να σου πούνε αλλού "Φύγε. Με ενοχλείς. Με στριμώχνεις"
Και στη ξένη χώρα δεν είσαι πια ο Μάρεκ, η Ιρίνα, ο Αλτίν αλλά ο πολωνός, η ουκρανή, ο αλβανός. Όλη σου η ύπαρξη να χρωματίζεται από το ότι είσαι ο "ξένος". Η ταμπέλλα, η εττικέτα. Δε προλαβαίνεις να εξηγήσεις, να είσαι εσύ, πρώτα από όλα είσαι ο "ξένος"
Να είσαι ο κανένας. Μάτια που σε κοιτάνε να μη σε βλέπουνε. Και να έχεις ανάγκη να σε δουν. Να πάψεις να είσαι όλο απέναντι.
Θυμήθηκα τη Ντιάνα, μουσικός στη Βουλγαρία, εν Ελλάδι κάνει αποτριχώσεις. Δεν έχει σημασία. Κι εγώ θα το έκανα για να επιβιώσω. Και το έχω κάνει. Οι χαμοδουλειές είναι αναγκαίες μερικές φορές και τιμή μας και καμάρι μας που μπορούμε και τις κάνουμε. Όμως η Ντιάνα, εν Ελλάδι λέγεται Άρτεμις, το άλλαξε το όνομα της, και μαζί με αυτό, στη προσπάθεια να ανήκει, να χωρέσει, χάνει πολλά από τα κομμάτια της Ντιάνας. Και άραγε, η Άρτεμις της ταιριάζει, άραγε η Άρτεμις αξίζει το κόπο, τα κομμάτια της Ντιάνας που μείνανε πίσω στη Βουλγαρία αξίζαν να χαθούν;
Και πόσα ακόμα χάνει κάθε φορά που το βλέμμα που στρέφεται πάνω της δε βλέπει ούτε τη Ντιάνα, ούτε την Άρτεμη, αλλά τη Βουλγάρα. Αναρωτιέμαι.
Μια παράσταση συμπαθητική, αξίζει να τη δει κανείς για τις εξαίρετες ερμηνείες και των τριών νεαρών ηθοποιών. Και πιο πολύ για τη νέα κοπέλα, την Λουκία Μιχαλοπούλου, που το βράδυ που την είδα εγώ τουλάχιστον, βίωνε αληθινά πάνω στη σκηνή την ιστορία της Ιρίνα. Εκπληκτική πράγματι. Μπράβο της.
Σκηνοθεσία: Γιώργος Μιχαηλίδης
Παίζουν οι ηθοποιοί: Πέτρος Σπυρόπουλος, Λουκία Μιχαλοπούλου, Μάνος Καρατζογιάννης
Στο Ανοιχτό Θέατρο
Τρεις μονόλογοι, τρία μονόπρακτα με κεντρικό άξονα τη μετανάστευση. Τρεις ξένοι στην Ελλάδα. Τρεις ιστορίες.
Ο πολωνός ηθοποιός με τις σπουδές, τη καλιέργεια, που καθαρίζει σπίτια.
Ο αλβανός νεαρός που δε μπορεί να είναι νεαρός. Στα είκοσι πρέπει να είναι ώριμος. Αδυνατεί και πληρώνει το τίμημα.
Και η μεσαία ιστορία, η συγκλονιστική ιστορία μιας ουκρανής, που την εκμεταλεύονται, που τη χρησιμοποιούν. Αυτά που περιγράφει σοκάρουν. Δεν έχει σημασία να η κ. Μάρω Δούκα βασίστηκε σε αληθινά γεγονότα. Θα μπορούσαν κάλλιστα να έχουν συμβεί, όσο φρικαλέα κι αν είναι δυστυχώς δε με εξέπληξαν. Μπορεί να στρουθοκαμηλίζω και να μη σκέφτομαι τη πιθανότητα να συμβαίνουν αλλά μέσα μου ξέρω ότι στη δημοκρατική δύση και αυτό είναι πιθανό.
Όχι δεν είναι τόσο οι δυσκολίες που οι τρεις άνθρωποι συναντούν. Δεν είναι τα γεγονότα της ζωής τους που τους κάνουν τραγικές φιγούρες. Θα μπορούσαν να είναι οι ιστορίες του οποιουδήποτε. Όμως αυτοί οι τρεις άνθρωποι έχουν μία επιπλέον δυσκολία να αντιμετωπίσουν. Κάτι που όλα τα ισοπεδώνει και τους προσδίδει το ίδιο χρώμα στις εμπειρίες τους. Είναι και αισθάνονται ξένοι. Οι δυσκολίες τους τόσο πιο έντονες επειδή είναι ξένοι. Και ξένοι θα παραμείνουν. Όχι ευπρόσδεκτοι. Με λαχτάρα να ήταν. Με λαχτάρα να γίνουν έλληνες πολίτες. Με λαχτάρα να ενσωματωθούν. Να ανήκουν.
"Να περισσεύεις παντού. Να μη χωράς πουθενά. Να σου πει η πατρίδα σου "Φύγε, είμαστε πολλοί". Να σου πούνε αλλού "Φύγε. Με ενοχλείς. Με στριμώχνεις"
Και στη ξένη χώρα δεν είσαι πια ο Μάρεκ, η Ιρίνα, ο Αλτίν αλλά ο πολωνός, η ουκρανή, ο αλβανός. Όλη σου η ύπαρξη να χρωματίζεται από το ότι είσαι ο "ξένος". Η ταμπέλλα, η εττικέτα. Δε προλαβαίνεις να εξηγήσεις, να είσαι εσύ, πρώτα από όλα είσαι ο "ξένος"
Να είσαι ο κανένας. Μάτια που σε κοιτάνε να μη σε βλέπουνε. Και να έχεις ανάγκη να σε δουν. Να πάψεις να είσαι όλο απέναντι.
Θυμήθηκα τη Ντιάνα, μουσικός στη Βουλγαρία, εν Ελλάδι κάνει αποτριχώσεις. Δεν έχει σημασία. Κι εγώ θα το έκανα για να επιβιώσω. Και το έχω κάνει. Οι χαμοδουλειές είναι αναγκαίες μερικές φορές και τιμή μας και καμάρι μας που μπορούμε και τις κάνουμε. Όμως η Ντιάνα, εν Ελλάδι λέγεται Άρτεμις, το άλλαξε το όνομα της, και μαζί με αυτό, στη προσπάθεια να ανήκει, να χωρέσει, χάνει πολλά από τα κομμάτια της Ντιάνας. Και άραγε, η Άρτεμις της ταιριάζει, άραγε η Άρτεμις αξίζει το κόπο, τα κομμάτια της Ντιάνας που μείνανε πίσω στη Βουλγαρία αξίζαν να χαθούν;
Και πόσα ακόμα χάνει κάθε φορά που το βλέμμα που στρέφεται πάνω της δε βλέπει ούτε τη Ντιάνα, ούτε την Άρτεμη, αλλά τη Βουλγάρα. Αναρωτιέμαι.
Μια παράσταση συμπαθητική, αξίζει να τη δει κανείς για τις εξαίρετες ερμηνείες και των τριών νεαρών ηθοποιών. Και πιο πολύ για τη νέα κοπέλα, την Λουκία Μιχαλοπούλου, που το βράδυ που την είδα εγώ τουλάχιστον, βίωνε αληθινά πάνω στη σκηνή την ιστορία της Ιρίνα. Εκπληκτική πράγματι. Μπράβο της.
Σκηνοθεσία: Γιώργος Μιχαηλίδης
Παίζουν οι ηθοποιοί: Πέτρος Σπυρόπουλος, Λουκία Μιχαλοπούλου, Μάνος Καρατζογιάννης
Στο Ανοιχτό Θέατρο
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)