Τετάρτη, Δεκεμβρίου 29, 2010

Το Μικρόβιο του Έρωτα


YUPIII!!!!!! (ελληνιστί ΓΙΟΥΠΙΙΙ!!!!!)
και ναι, η ζωή είναι απλή και ωραία!


Πήγα με μισή καρδιά. Η όπερα και η οπερέτα δε με χαλάνε, αλλά σπάνια είναι πρώτες επιλογές. Ειδικά η οπερέτα. Αλλά Κέντρος και Μάνια Παπαδημητρίου, δεν υπήρχε περίπτωση να μη πάω. Παρακολουθώ πιστά και τους δυό τους, οπότε, δεν υπήρχε περίπτωση. Και ευτυχώς. Όχι εξαιτίας τους, που ούτως ή άλλως ήταν εξαιρετικοί και για άλλη μια φορά δικαίωσαν την αγάπη που τους έχω. Όχι. Για τη παράσταση. Για το όλο θέαμα. Κατάλαβα γιατί η βιομηχανία του Χόλυγουντ αναπτύχθηκε μετά το κραχ στην Αμερική. Το κατάλαβα με το πετσί μου και με όλο μου το είναι.
Μέσα σε όλη αυτήν την μιζέρια, την απαισιοδοξία, τη μαύρη μαυρίλα πλάκωσε, επιτέλους το μυαλό ξέφυγε και θυμήθηκε. Και έζησα για τρεις ώρες, πλούσια κουστούμια και σκηνικά, ρομαντικές μελωδίες, ομορφιά, elegance, η σκηνή να γεμίζει από ηθοποιούς, τραγουδιστές, χορευτές, ο χώρος από τα χορωδιακά και τις μουσικές της ορχήστρας, εικόνες μιας άλλης εποχής και κυρίως το άρωμα, η φρεσκάδα της, η ατμόσφαιρά της. Και μια γλυκιά ελαφράδα, κι ας αναφέρεται σε εποχές δύσκολες, καταστροφή Σμύρνης, Χίτλερ, φτώχεια μεσοπολέμου. Μέσα σε εκείνη τη μαύρη μαυρίλα πλάκωσε, τόση ουσία, μουσική και έρωτας, αξιοπρέπεια και δημιουργία. Αλάφρωσα. Ξαλάφρωσα. Κι αφέθηκα. Κι έφυγα σιγοτραγουδώντας. Λίγα λουλούδια αν θέλεις φέρε μου...

Το έργο δεν είναι η οπερέτα του Γιαννίδη/Κωνσταντινίδη/Dorres. Δανείζεται το τίτλο της πρώτης οπερέτας που έγραψε στο Βερολίνο και μας ταξιδεύει στη ζωή του. Και στα τραγούδια του. Γεννήθηκε ως Γιάννης Κωνσταντινίδης στη Σμύρνη σε εύπορη οικογένεια. Στη Σμύρνη των 40 θεάτρων! Το πιστεύετε αυτό; Σαράντα! Λίγο πριν τη Μικρασιατική καταστροφή πήγε στο Βερολίνο για μουσικές σπουδές. Λόγω της Μικρασιατικής καταστροφής αναγκάστηκε να εργαστεί σε καμπαρέ και στο βουβό κινηματογράφο. Παρέα με τον Σκαλκώτα (!) και μαθητής ενός νέου συνθέτη που μόλις είχε αρχίσει να αναγνωρίζεται, του Βάιλ (!). Εκεί, επειδή το όνομα του ήταν δυσκολοπροφόρετο, το έκανε Costa Dorres. Το 31, λόγω της ανόδου του φασισμού στη Γερμανία, αποφάσισε να επιστρέψει στην Αθήνα. Και για δεύτερη φορά τα χάνει όλα και πρέπει να ξαναρχίσει από την αρχή. Δικτυώνεται στα μουσικά θέατρα της Αθήνας, αλλά επειδή υπάρχει ήδη ένας γνωστός συνθέτης με το όνομα Κωνσταντινίδης, μετονομάζεται σε Κώστας Γιαννίδης. Παράλληλα με το "ελαφρό" τραγούδι ασχολείται και με τη μελέτη της ελληνικής παραδοσιακής μουσικής και συνθέτει κλασσική μουσική εμπνευσμένη από αυτήν. Πέθανε το 1984, πλήρης ημερών, μια μέρα πριν τον Τσιτσάνη. Στη κηδεία του Τσιτσάνη λαϊκό προσκύνημα. Στη δική του μόνο δώδεκα άτομα και παντελής απουσία της πολιτείας. Δεν πειράζει. Η ζωή εκτός από απλή και ωραία, είναι και άδικη, αλλά δεν έχει σημασία, γιατί όπως λέει και ο ίδιος στο έργο
Ο κύριος Γιάννης Κωνσταντινίδης, Κώστας Γιαννίδης, Costa Dorres έζησε με αξιοπρέπεια, καλά και διακριτικά. Αγάπησε τη Ζωή, σεβάστηκε τη Μνήμη και τίμησε την Ηδονή. Γι' αυτό κι έφυγε πλήρης και μπήκε στο θάνατο με μάτια ανοιχτά.

Μπροστά σε αυτό σιωπώ. Και σας αφήνω με μια διασκευή ενός τραγουδιού που πολύ αγαπάμε κι εγώ και ο γιός μου εδώ.

Μουσική: Κώστας Γιαννίδης
Ιστορική, μουσική έρευνα-Κείμενο- Διασκευή κειμένων: Λάμπρος Λιάβας
Λοιποί Συντελεστές εδώ



Δευτέρα, Δεκεμβρίου 27, 2010

Κρυφά Απογεύματα

του Δημήτρη Μωραϊτη

Αφορμή του έργου ένα φρικιαστικό γεγονός. Το 2005 δύο Ιρανοί έφηβοι, εκτελέστηκαν δημόσια, δια απαγχονισμού, με τη κατηγορία του βιασμού ενός 13χρονου. Πιθανότατα ο βιασμός ήταν μια φτιαχτή κατηγορία, και τα δύο παιδιά ουσιαστικά εκτελέστηκαν επειδή ήταν ομοφυλόφιλοι.

Δύο νέοι άνδρες, γνωρίζονται τυχαία, ερωτεύονται. Για κακή τους τύχη είναι Ιρανοί, και ο έρωτας τους δε μπορεί να είναι παρά μια σειρά από κρυφές συναντήσεις, σε μια αποθήκη, τα κρυφά τους απογεύματα.
Ο Μαχμούντ, απόλυτα συνειδητοποιημένος για το ποιός είναι, πως είναι φτιαγμένος, τι θέλει. Βλέπει πως είναι η ζωή αλλού, δε πιστεύει ότι αυτό που κάνει είναι κακό, θέλει να φύγει, να μπορέσει να ζήσει όπως του ταιριάζει. Ελεύθερος. Πιστός στον εαυτό του. Και στον Θεό, όπως αυτός τον πιστεύει.
- Δε κάνουμε τίποτα κακό.
- Τότε γιατί κρυβόμαστε;
Ο Τζιλάλ, κομμάτι της κοινωνίας που τον έθρεψε, ορίζει το σωστό με βάση τους νόμους, φορές επιτίθεται στον Μαχμούντ που με την ύπαρξη του του γεννάει επιθυμία, και τον κάνει να παραβαίνει τους κανόνες. Θέλει να κάνει αυτό που περιμένουν οι άλλοι, οι γονείς, η κοινωνία. Να μη πληγώσει. Πιστός στο καθήκον. Και στον Θεό, όπως του τον δίδαξαν.

Κάποια στιγμή θα βρεί τη δύναμη και θα αντισταθεί στη φύση του, να παντρευτεί, να μπορέσει να πάει στη θάλασσα, ανταμοιβή μιας "φυσιολογικότητας".

Ο Μαχμούντ πάλι όχι, κι έτσι αναπόφευκτα, θα έρθει η στιγμή της ανακάλυψης, και η τιμωρία. Δημόσια εκτέλεση.

Για μας στη Δύση, που το συγκεκριμένο ερώτημα το έχουμε απαντήσει προ πολλού, είναι εύκολο να δούμε το δίκιο που έχει ο Μαχμούντ, και δε μπορούμε παρά να σοκαριστούμε από το κατατρεγμό και τη δολοφονία κάποιου, μόνο και μόνο επειδή είναι ομοφυλόφιλος.
Για κάποιον όμως που έχει μεγαλώσει αλλιώς; για κάποιον σαν τον Τζιλάλ, που με φυσικότητα λέει ότι αφού εκείνη η γυναίκα απάτησε τον άντρα της καλώς λιθοβολήθηκε;

Και αν έρθω στη δική μου κοινωνία, έχω και εδώ νόμους. Ποιός θα κρίνει ποιος είναι παράλογος και ποιος όχι; Και τι πρέπει να κάνω αν θεωρώ μια σύμβαση της κοινωνίας μου απάνθρωπη; Έχω το δικαίωμα να παρανομώ; Εδώ σε θέλω, γιατί την απάντηση δεν την έχω. Δε θα είμασταν τόσο ανοικτοί σαν κοινωνία, αν κάποιοι δεν είχαν αγωνιστεί για να αλλάξουν κάποιους νόμους, πολλές φορές παρανομώντας. Αλλά ποιός θα κρίνει; Ποιός θα αποφασίσει που μπορώ και που δε μπορώ; Για τον Τζιλάλ, η επιθυμία που νοιώθει είναι έγκλημα παρόμοιο με αυτό αυτό που θα ένοιωθα εγώ αν ήθελα να σκοτώσω κάποιον. Μήπως κάτι που εγώ θεωρώ απόλυτα φυσικό τώρα, σε πενήντα χρόνια οι άνθρωποι θα το βρίσκουν φρικιαστικό; Και τι κάνω με τη φύση μου; Πότε τη δαμάζω και πότε όχι; Δε ξέρω. Αυτό το ερώτημα δε δύναμαι να το απαντήσω.

Το έργο έχει υπέροχη αισθητική, και τα βλέμματα των ηθοποιών πραγματικά μιλάνε από μόνα τους. Μου άρεσε που η αφήγηση ήταν παράλληλη, στιγμιότυπα από τα κρυφά τους απογεύματα, εναλλάξ, από την αρχή του τέλους, όταν είχαν αρχίσει να τους ανακαλύπτουν, και από την αρχή της σχέσης, όταν όλα είναι λίγο πιο απλά, όσο απλά μπορεί να είναι τα πράγματα όταν ζεις μια απαγορευμένη σχέση.



Σκηνοθεσία: Δημήτρης Μωραίτης
Παίζουν οι ηθοποιοί: Γιώργος Βουβάκης, Τάκης Παρασκευόπουλος, Ανέστης Χρυσάφης

Τρίτη, Δεκεμβρίου 14, 2010

Για να γίνει ο χρόνος καινούργιος

αφήγηση παραμυθιού εμπνευσμένο από τη Θεογονία του Ησίοδου, από τον Διονύση Σαββόπουλο


Πέρυσι, είχα τη τύχη να ζήσω μια μαγική εμπειρία. Στο μικρό Παλλάς, αφήγηση παραμυθιού από τρεις μεγάλους παραμυθάδες, το Διονύση Σαββόπουλο, τη Ρηνιώ Κυριαζή και τη Φένια Παπαδόδημα. Ήμασταν στη πρώτη σειρά και εξολοκλήρου μέσα στη μαγεία εκείνης της παράστασης. Μια πρώτη και επιτυχημένη απόπειρα να μοιραστώ με τον Ιάσονα την αγάπη μου για τον Σαββόπουλο, για να μπορεί κι αυτός να πει κάποια μέρα, τον είχα δει και εγώ ζωντανά, όπως μπορώ και λέω εγώ για τον Κατράκη.
Όταν φέτος έμαθα, για το παρόμοιο εγχείρημα στο μέγαρο μουσικής, δεν υπήρχε περίπτωση να λείπουμε. Μπαίνουμε μέσα, και με έπιασε η καρδιά μου, ο χώρος αχανής, (τό 'ξερα δεν το' ξέρα;) και λέω, ωραία, την κάτσαμε. Δεν υπάρχει περίπτωση μέσα σε αυτό το χάος, και τόσο μακριά που καθόμαστε, να δημιουργηθεί καμία ατμόσφαιρα ικανή να καθηλώσει τον Ιάσονα.

Ευτυχώς, έκανα λάθος.

Ο κύριος Σαββόπουλος, περιτριγυρισμένος από παιδιά, στο βάθος της σκηνής σκηνικά που γεμίζουν όλον τον χώρο, και η φωνή του άρχισε να μας ταξιδεύει. Θεογονία, κοσμογονία, η ταυτότητά μας και όσα μας καθορίζουν, όλα μαζί, δεμένα και αποκαλυπτικά. Και τα σκηνικά να αλλάζουν, να πάλλονται, να λένε κι αυτά την ιστορία, τα εμβόλιμα τραγούδια να συμπληρώνουν, να εντείνουν. Και όσο προχωρά η αφήγηση, οι επί της σκηνής να συμμετέχουν όλο και πιο πολύ, και μια γιορτή να εξελίσσεται μπροστά στα μάτια μας. Σαν να είχαμε όλοι μαζί πάει μια ωραία εκδρομή, και να χορεύαμε και να τραγουδάγαμε όλοι παρέα. Το όλο ήταν απόλυτα τρυφερό, γλυκό, παιχνιδιάρικο, ζωντανό και αισθητικό.

Μην το χάσετε!


(Και μια πίκρα που δυστυχώς μου βγαίνει και με τίποτα δε φταίει ο κ. Σαββόπουλος. Το όλο ήταν και απόλυτο πολιτικό, έτσι το εξέλαβα αρχικά. Όταν όμως το ξανασκέφτηκα, δυστυχώς το political statement χάνεται στη προσβασιμότητα, που κακά τα ψέματα είναι μόνο για μια ελίτ, στην οποία, από ότι φαίνεται, ακόμη ανήκω, έστω και οριακά. Στο τέλος ο κ. Σαββόπουλος προσκαλεί τα παιδιά να ανέβουν στη σκηνή, και φυσικά μόνο τα παιδάκια που ήταν στην πλατεία πρόλαβαν να χωρέσουν. Ξέρω κακίες, αλλά τι να κάνω, ζήλεψα.)


Σκηνοθεσία: Σοφία Σπυράτου
Αφήγηση: Διονύσης Σαββόπουλος, Ρηνιώ Κυριαζή
Παίζουν οι μουσικοί: Σταύρος Λάντσιας, Γιώτης Κιουρτσόγλου
συμμετέχουν η Φένια Παπαδόδημα, παιδιά, χορευτές και 2 ξυλοπόδαροι (συγνώμη δε μπόρεσα να βρω τα ονόματα)

στο Μέγαρο Μουσικής

Τρίτη, Νοεμβρίου 30, 2010

Δε μιλάμε για αυτά

του Κώστα Γάκη & της ομάδας

Μεγάλωσα σε μια κοινωνία που...
Μεγάλωσα με μια θρησκεία που...
Μεγάλωσα σε μια οικογένεια που...

που με καθόρισε, με σμίλεψε, μου έμαθε πως είναι ο κόσμος (αλλά είναι έτσι ο κόσμος;), μου επέτρεψε, μου απαγόρευσε, που δε με ρώτησε αλλά και να με ρώταγε τι νόημα θα είχε, αυτή με μεγάλωσε και μέσα στο πετσί μου έχει χώσει όλες τις απαντήσεις...

Κι όμως, σκέφτομαι, αισθάνομαι, αμφιβάλλω, θέτω ξανά τις ερωτήσεις με άλλο τρόπο και ίσως να απαντήσω με άλλο τρόπο, τουλάχιστον θα ρωτήσω, θα μιλήσω. Εκεί και η ελπίδα. Εκεί και η πολυπόθητη αλλαγή, όπως τη θέλω τώρα, για να δημιουργήσω μια νέα οικογένεια, θρησκεία, οικογένεια, που θα μεγαλώσει, θα σμιλέψει, θα καθορίσει τις νέες ερωτήσεις και τις νέες απαντήσεις για τους επόμενους, ώσπου και αυτοί να ξεκινήσουν το νέο κύκλο.

Το έργο, μιλάει για σεξ, και για όλα τα ταμπού που έχουμε γύρω από αυτό. Για τις σχέσεις μας, τις προκαταλήψεις μας, τα μυστικά μας, τις μάσκες μας. Για ενημέρωση σας, έχει πολύ γυμνό, αλλά δεν το βλέπεις, είναι απολύτως φυσικό και αφτιασίδωτο.

Εγώ όμως αλλού θέλω να σταθώ. Είναι κάτι που το παθαίνω πάντα όταν έρχομαι αντιμέτωπη με τόσο ταλέντο, απλά εκπλήσσομαι και μένω με το στόμα να χάσκει σα χαζό. Τέσσερα όμορφα παιδιά, με γυμνασμένα κορμιά, με υπέροχες φωνές, τραγουδούν πανέμορφα, με καταπληκτική κίνηση, και σκηνική παρουσία που σε καθηλώνει. Μα τόσο ταλέντο; Βάλε κι ένα καλό έργο με όμορφη μουσική και καλή σκηνοθεσία, και τσουπ, μαγεία συμπυκνωμένη σε μια παράσταση προς τέρψη και ευχαρίστηση, όλη δική μου. Ίσως εκεί να είναι η ελπίδα και η πολυπόθητη αλλαγή, που αναζητάμε διακαώς στις μέρες μας. Στους ανθρώπους που επιμένουν και μπορούν να δημιουργούν μαγείες. Ευχαριστώ σας παίδες λοιπόν, που γυμνώσατε ψυχή τε σώματι.



Σκηνοθεσία: Κώστας Γάκης
Μουσική: Κώστας Γάκης
Παίζουν οι ηθοποιοί: Προμηθέας Nerratini-Δοκιμάκης, Λευτέρης Καταχανάς, Νάνσυ Μπούκλη, Στέλλα Νούλη

Τετάρτη, Νοεμβρίου 24, 2010

DNA

του Dennis Kelly

Το μόνο που ήξερα για το έργο είναι ότι είναι γραμμένο ειδικά για εφήβους...
Πάω λοιπόν προετοιμασμένη να δω κάτι σχετικό με χάσμα γενεών, γονείς που κάνουν λάθη και παιδιά που κανείς δεν τα καταλαβαίνει. Έτσι να αυξήσω λιγάκι τις τύψεις μου γιατί δεν έχω αρκετές και να μου τρίψω κατάμουτρα όλα μου τα λάθη.

Όπα, τι έγινε εδώ; Ευχάριστη έκπληξη. Καμία μα καμία σχέση με τα προαναφερθέντα.

Είναι όντως έργο για εφήβους. Όντως αναφέρεται σε θέματα που τους αφορούν. Και η ουσία του "εφηβικού" χαρακτηρισμού είναι να τεθούν ερωτήματα και ο θεατής - έφηβος να σκεφτεί πάνω σε αυτά. Ίσως να τα δει κι αλλιώς.

Εμένα, που πάει πολύ πολύ καιρός που ήμουνα έφηβη, με αφορά; Κι όμως, ναι. Ίσως επειδή είμαι και γονιός. Δε ξέρω. Ίσως γιατί όσο κι αν μεγαλώσουμε κάποια πράγματα συνεχίζουν να μας ταλανίζουν. Η ανάγκη του ανήκειν και τι είμαστε διατεθειμένοι να κάνουμε για να το επιτύχουμε, η δυναμική της ομάδας και το πως ως μέλη μιας ομάδας οδηγούμαστε σε πράξεις που δε θα κάναμε αλλιώς, ο φόβος μας μπροστά στις ευθύνες μας και ο εγωισμός μας προκειμένου να τη βγάλουμε καθαρή. Και τι άνθρωπος πρέπει να είσαι για να αντισταθείς σε όλα αυτά, και εν τέλει μπορείς να αντισταθείς ή ως μέρος ενός κοινωνικού συνόλου ακολουθείς προδιαγεγραμμένη πορεία;

Δεν αναφέρομαι καθόλου στην ιστορία για να μη το χαλάσω σε όποιον δεν το έχει δει, και αξίζει θεωρώ να το παρακολουθήσει κανείς με άγνοια του τι μέλλει γενέσθαι. Η παράσταση είναι καλή, ζωντανή, φρέσκια, προσεγμένη, και το έργο προσωπικά μου μίλησε.


σκηνοθεσία: Σοφία Βγενοπούλου
μετάφραση: Έκτορας Λυγίζος
παίζουν οι ηθοποιοί: Μαρία Γεωργιάδου, Παναγιώτης Εξαρχέας, Ελίνα Ρίζου, Άρτεμις Φλέσσα, Στέφανος Αχιλλέως, Ευδοξία Ανδρουλιδάκη, Νεφέλη Ανανιάδη, Αντώνης Αντωνόπουλος, Αλέξανδρος Λυκούρας



Δευτέρα, Νοεμβρίου 22, 2010

Γαμήλια Ψευδαίσθηση

του Ερίκ Ασσούς

Μετά από χρόνια γάμου, ένα ήσυχο (;) κυριακάτικο πρωινό, με καφέ, η γυναίκα αποφασίζει να ανοίξει ένα θέμα που για αυτήν ήταν ούτως ή άλλως πάντα ανοικτό. Οι εξωσυζυγικές σχέσεις του. Γνωρίζει ότι υφίστανται, αλλά δεν είναι σίγουρη για τον αριθμό. Αυτός πάλι ήταν σίγουρος ότι η γυναίκα του δεν, αλλά λέει να ρωτήσει. Συμφωνούν να αποκαλύψουν και οι δύο τους σχετικούς αριθμούς, 12 εκείνος, 1 αυτή, επιφανειακά και εφήμερα αυτός, κανονική παράλληλη σχέση αυτή. Και ξαφνικά ο κόσμος του καταρρακώνεται, ότι πίστευε μέχρι τότε ανατρέπεται, και θέλει να ξέρει ποιος. Υποψιάζεται το καλύτερο φίλο του, τον προσκαλεί σε αντιπαράθεση, αποκαλύψεις έρχονται, αλλά το δικό του ερώτημα δεν απαντιέται. Η αμφιβολία θα είναι εκεί να τον τρώει, αυτός που είναι πάντα επιτυχημένος και ότι ποτέ θέλησε το απέκτησε. Ειρωνία; Η εκδίκηση της απατημένης συζύγου επιτέλους; Ή όπως λέει η ίδια ο τρόπος της για να τον κάνει επιτέλους να σταματήσει; Η δύναμή της; Και αυτή που από την αρχή γνώριζε γιατί το δεχόταν; Τον αγαπούσε τόσο ή φοβόταν να πορευτεί μόνη της; Όπως λέει και ο πιθανολογούμενος εραστής της

αλλιώς η σιωπή του ενός, αλλιώς η σιωπή των δύο

ίσως εκεί να κρύβεται η απάντηση, στο φόβο της σιωπής του ενός. Ίσως πάλι όχι. Όλα μένουν ανοικτά, κι ο καθένας καταλήγει στα συμπεράσματα που θέλει. Γεγονός βέβαια παραμένει ότι πολλές φορές οι άνθρωποι επιλέγουν να είναι μαζί και να αλληλοπληγώνονται. Καθείς και οι επιλογές του. Καθείς και οι ψευδαισθήσεις που τον βοηθούν να πορεύεται.

Ωραίο κείμενο, με λεπτό χιούμορ, ατάκες μαχαίρια που εκτοξεύονται μεταξύ τους, οι τρεις ηθοποιοί εξαιρετικοί κατά τη ταπεινή μου άποψη, η δε στιγμή που η κα Υψηλάντη θυμάται στιγμές του παρελθόντος, με φωνή ήρεμη, καμιά έξαρση, τα μάτια της βουρκώνουν και πέφτει ένα δάκρυ μόνο του, τι να πω.



σκηνοθεσία: Νίκος Σακαλίδης
μετάφραση: Θωμάς Βούλγαρης
παίζουν οι ηθοποιοί: Αντώνης Θεοδωρακόπουλος, Αιμιλία Υψηλάντη και Γιάννης Ζαβραδινός.


στο θέατρο Αργώ




Σάββατο, Νοεμβρίου 20, 2010

Μήδεια

του Ζαν Ανούιγ

Είναι μια από τις αγαπημένες μου ιστορίες. Και ότι σχετίζεται με αυτή την ιστορία, και τη σχέση της με μένα, είναι μια προσωπική αντίφαση. Λατρεύω τη Μήδεια σα γυναίκα, ταυτίζομαι μαζί της, θα ήθελα να ταυτίζομαι μαζί της, μάλλον λόγω του πάθους της, αλλά δε θα ήθελα με τίποτα να είμαι σαν αυτήν, μάλλον επειδή διαφωνώ πλήρως με τις επιλογές της. Καταλαβαίνω πως οδηγήθηκε σε αυτές, πραγματικά τη νοιώθω, αλλά δε μπορώ να καταλάβω με τίποτα πως μπόρεσε να σκοτώσει τα παιδιά της. Αντιπαθώ τη πορεία του Ιάσονα, κι όμως ονόμασα έτσι το παιδί μου. Ίσως να αγαπώ τόσο αυτή την ιστορία γιατί είναι βαθιά ανθρώπινη, και βαθιά ελληνική. Και εγώ ένοιωθα, πάντα, έντονα την ανθρωπιά μου, με τα λάθη μου και τις αντιφάσεις μου, και ένοιωθα, πάντα, απελπιστικά ελληνίδα, με τα επιπλέον λάθη και πάθη του λαού μου. Και τόσο υπερήφανη για αυτό. Σας λέω, οτιδήποτε γύρω από τη Μήδεια είναι για μένα μια αντίφαση.

Στη σκηνή έχει στηθεί ένα ρινγκ. Εκεί μέσα η Μήδεια και ο Ιάσονας κατασπαράζονται στο τώρα και διηγούνται πως κατασπάραξαν ο ένας τον άλλον σε όλα τα χθες. Είναι σίγουρο ότι αγαπήθηκαν, πιθανότατα αγαπιούνται ακόμη, και αυτός είναι αρκετός λόγος για να διαλύσουν ο ένας τον άλλον. Κι όσο κι αν ο Ιάσονας επιθυμεί να ξεφύγει από αυτή τη σχέση αλληλοκαταστροφής, δε θα μπορέσει ποτέ να ξεφύγει. Τα χέρια του πάντα θα αναζητούν τη Μήδεια. Αφού το ξέρεις Μήδεια, είναι ανάγκη να του σκοτώσεις τα παιδιά; Αφού το ξέρεις, όταν έχεις βιώσει μερικά πράγματα, δε μπορείς ποτέ να τα αφήσεις πίσω σου και να προχωρήσεις, το ξέρεις ότι ούτως ή άλλως είναι καταδικασμένος να υποφέρει. Αλλά δυστυχώς και οι δύο τους είναι άνθρωποι, και καταδικασμένοι να φέρονται ανθρώπινα.

Αλλά θα αποστρέψω το βλέμμα μου από όλη αυτήν την ανθρώπινη πάλη και θα κοιτάξω τη γριά παραμάνα, που θέλει να ζήσει, έχει τόσα όμορφα πράγματα ο κόσμος, μετά τη νύχτα έρχεται η μέρα, και θα φτιάξουμε καφέ, και μέσα σε όλο το τρεχαλητό και τις δουλειές της μέρας, θα βρούμε μια μικρή στιγμή, μια τοσοδούλα στιγμή, να ξαποστάσουμε κάτω από τον ζεστό ήλιο, δικαιωματικά, και είναι κι αυτό μια άλλη όψη της ανθρωπιάς μας, δικαιωματικά.

Και θα παραπαίω ανάμεσα στη Μήδεια και τη παραμάνα εσσαεί, και ούτε κι εγώ, όπως και η Μήδεια, πρόκειται να φύγω αλώβητη από εδώ.


Όμορφη παράσταση, πολύ ωραίος χώρος, πρώτη φορά που πήγαινα, κι ευχαριστώ πολύ τους συντελεστές για τη βραδιά. Και σε άλλα.


Σκηνοθεσία: Πέτρος Νάκος
Παίζουν οι ηθοποιοί: Μίνα Χειμώνα, Πέτρος Νάκος, Αλέκα Τουμαζάτου, Χρήστος Χαρμπάτσης, Σίμος Κυπαρισσόπουλος
Μετάφραση: Altera Pars

στο θέατρο Altera Pars

Πέμπτη, Νοεμβρίου 18, 2010

Η Μπέμπα

μονόλογος του Δημήτρη Τσεκούρα

Η ζωή μιας γυναίκας αντίστροφα σε επεισόδια. Το τι μέλλει γενέσθαι γνωστό, το παρελθόν επίσης. Και μια σκηνή γεμάτη παπούτσια. Και κάθε ένα από αυτά μια ιστορία, κουβαλάνε στα βήματα τους πολλές στιγμές. Ωραίο αυτό, η ζωή μας μέσα από τα μάτια των παπουτσιών που περπατήσαμε, που λιώσαμε περπατώντας, τρέχοντας.


Υπόδημα είμαι.
Που θα πει αχθοφόρος Ποδιών
... Βημάτων
... Λάσπης
... Ανθρώπων


και να προσθέσω εγώ ...ζωής και θανάτου, άμεσα συνυφασμένα, εξαρτημένα, το ένα δίχως το άλλο να μην υπάρχει, να μην έχει λόγο ύπαρξης, η υπόσταση του ενός να οφείλεται στο άλλο και συνάμα η υπόσταση του ενός να ακυρώνεται από το άλλο.
Τα πόδια όμως είναι στο σήμερα, τώρα τα βλέπεις, τώρα σε πάνε, το χθες είναι στη μνήμη (ή και στη λήθη όταν έτσι μας συμφέρει) και το αύριο στη σκέψη που ελπίζει, φοβάται, φαντάζεται. Τα πόδια είναι κομμάτι του σώματος που επιμένει να υπάρχει, και επιμένουν να σε πάνε, όπου κι αν είναι αυτό. Το μυαλό πασχίζει να μείνει μαζί με το σώμα, με τα πόδια, να πηγαίνει μαζί τους, κι όλο ξεγλιστρά αλλού, στο χθες και στο αύριο, στη μη ύπαρξη, και το τέλος και η αρχή να μπερδεύονται, να αντιστρέφονται.

Η γυναίκα, αιωνεί μπέμπα, υπάρχει, σκέφτεται, ζει, πεθαίνει, συγχρόνως όλες τις στιγμές της. Και θα τα κάνει όλα, θα ερωτευθεί, θα χαρεί, θα ραγίσει, θα βάλει πολλά γκολ και πολλά δοκάρια, και πάλι ξανά, γιατί πάντα υπάρχει και άλλος χρόνος, χρόνος που χωρά, περιέργως πως, συγχρόνως, και το τώρα, και το χθες και και το αύριο, μέσα στην ίδια στιγμή. Ανεξεραίτως.





Σκηνοθεσία: Ορέστης Τάτσης
Παίζει η Ναταλία Στυλιανού

Παρασκευή, Νοεμβρίου 12, 2010

Αιώνες Μακριά από την Αλάσκα

του Άκη Δήμου

Η Αλάσκα είναι ένα παγωμένο μέρος, σωστά; Και οι ψυχές που εκεί κατοικούν τι κάνουν άραγε; παγώνουν κι αυτές ή μπορούν και αντιστέκονται; Και γιατί επέλεξαν εκεί να κατοικήσουν; μήπως ήθελαν να παγώσουν; να γλυτώσουν από τη κάψα;
μήπως, λέω μήπως, όσο κι αν ποθούν να παγώσουν είναι καταδικασμένες να αντιστέκονται;

Η Βιολέτα καταφτάνει στο φουαγιέ(;) ενός ξενοδοχείου, κουβαλώντας μια βαλίτσα. Ήρθε να συναντήσει έναν άντρα, της είπε να την περιμένει εκεί κι αυτός κάποια στιγμή θα έρθει. Στο φουαγιέ μόνος σύντροφος, ένας μουσικός που παίζει στο πιάνο, ένα αυτί να ακούσει την ιστορία της, την ιστορία μιας καλλιτέχνιδας που επιβιώνει ως αρτίστα ενός νυχτερινού κέντρου ονόματι Αλάσκα.
Όσο για τον άντρα, η Βιολέτα, πιστεύει και δε πιστεύει ότι θα έρθει, δεν έχει σημασία εξάλλου, τώρα, μπορεί να κάνει μια παύση στη ζωή της τουλάχιστον, για λίγο να ελπίζει ότι με αφορμή τον άντρα θα φύγει από την Αλάσκα. Το τώρα έχει σημασία, το τώρα της γλυκιάς αναμονής, της γλυκιάς ελπίδας που ακόμη έχει το δύνανται μέσα της.
Η Αλάσκα βέβαια είναι πάντα εκεί και σε προσκαλεί κοντά της, πάντα είναι έτοιμη να σε δεχθεί, να σε αποδεχθεί, και πως να της αντισταθείς; Και τελικά η ψυχή τι ποθεί; Να αντιστέκεται ή να παγώσει; και μπορεί ποτέ να καταφέρει να μουδιάσει παγώνοντας ολάκερη; μπορεί;

Αχ ζωή που αρχίζεις με ζήτω! και καταλήγεις με ήττα.

ή να το παραφράσω λίγο, να ταιριάζει και να μιλά σε μένα, αχ ζωή που όταν άρχισες ζητούσες τα πάντα όλα και στο τέλος μου έδωσες τόσες ήττες.

Πάντως, και μιλάω εκ πείρας, ο μόνος που μπορεί να σε κρατήσει μακριά από την Αλάσκα, είναι ο ίδιος σου ο εαυτός, κι αυτός ακόμη, δε σου χαρίζεται, κερδίζεται. Το πως, παραμένει ακόμη μυστήριο, σε μένα τουλάχιστον.
Κι η Βιολέτα το ξέρει, βρίσκεται εκεί γιατί περιμένει έναν άντρα, περιμένει να τελειώσει κι αυτός ο άντρας.
Απλά για τώρα, μόνο για λίγο, μπορεί να μείνει μόνο για λίγο μέσα στη γλυκιά αναμονή της ελπίδας;




Παίζει η Πέμη Ζούνη
στο πιάνο ο Θοδωρής Οικονόμου
Σκηνοθεσία: Πέμη Ζούνη
Μουσική: Θοδωρής Οικονόμου

στο θέατρο Κάππα