Δευτέρα, Δεκεμβρίου 29, 2014

Ο Γάμος

της Βάσας Σολωμού-Ξανθάκη

Βασισμένο σε αληθινή ιστορία, μια γυναίκα αφηγείται τη ζωή της και μαζί τη ζωή χιλιάδων άλλων γυναικών που έζησαν στην ελληνική επαρχία πριν από κάποιες δεκαετίες.

Η κα Βαγενά στο τέλος της παράστασης αναφέρει ότι για αυτήν, η συγκεκριμένη παράσταση αποτελεί φόρο τιμής στην ελληνίδα γυναίκα της επαρχίας, στην ηρωίδα αυτή γυναίκα στην οποία οφείλουμε την ύπαρξη μας, αφού όλοι μας έχουμε κάπου, κάποια ρίζα. Και είναι αλήθεια, τα δείνα και οι δυσκολίες αξίζουν μνημόνευσης και το γεγονός ότι αυτές οι γυναίκες μας ανέθρεψαν και τα καταφεραν είναι από μόνο του ηρωικο. Η ιστορία του Λενάκι αγγίζει χορδές του ψυχισμού μας ούτως ή άλλως γιατί είναι η ιστορία του τόπου μας.

Εμένα όμως άλλο με συγκλόνισε. Η ιστορία αυτή καθε αυτή είναι συγκλονιστική από μόνη της. Όμως δεν είναι συγκλονιστική κάθε ιστορία ανθρώπου που παλεύει με τα κύματα της ζωής και συνεχίζει να ζει;  Και η δική μου. (Ίσως όχι τόοοοσο συγκλονιστική αλλά και πάλι όπως έλεγε μια αγαπημένη μου θεία που πιά δε ζεί, καθενός τα προβλήματα είναι σημαντικά για αυτόν. Σημασία έχει πως τα αντιμετωπίζεις.) Το συγκλονιστικό στην ιστορία του Λενάκι είναι το πως αντιμετωπίζει όλα αυτά που η ζωή έριξε πάνω της.
Το Λενάκι δίνει μαθήματα ζωής, μαθήματα δύναμης, επιμένει, όχι ελπίζοντας μάταια και ευχόμενη, αλλά παλεύοντας, παίρνοντας κάθε λύπη και δυσκολία για αυτό που είναι και ζώντας τη, με την αλήθεια της, όποια κι αν είναι αυτη. Για το Λενάκι η αλήθεια της είναι αυτά τα λίγα που πρόλαβε να μάθει απο τη μητέρα της, να μη δίνει δικαίωμα, να κάνει το σωστό, και να συνεχίζει. Χωρίς μοιρολατρεία. Ναι θα θελε να είναι αλλιώς, νοιώθει πως υπάρχει μια αδικία, εύχεται για κάτι άλλο, αλλά δεν είναι αυτή η πρωταρχική σκέψη. Αυτό που μου έδειχνε είναι ότι συνεχίζουμε. Προχωράμε. Κάποια στιγμή η ζωή της δείχνει λίγο φως και είναι ευτυχισμένη μέσα σε δυσκολίες που συνεχίζουν. Και μετα η ζωή τη ξαναβάζει στο σκοτάδι και αυτή συνεχίζει να ζεί όπως της επιτάσει η αλήθεια της. Και κάποια στιγμή η αλήθεια της, την οδηγεί να βγεί ξανα απο το σκοτάδι, να βρει τη δύναμη να κάνει αυτό που θα τη βγάλει απο το σκοτάδι. Και τα καταφέρνει. Και πάλι δε πρόκειται για επανάσταση ή κάποια ανακάλυψη εαυτού ή κάτι πομπώδες, είναι απλά η αλήθεια της και το γεγονός ότι συνεχίζει να ζει βάση αυτής της αλήθειας είναι αυτό που τη φέρνει στο φως. Τι πιο αισοδοξο και ελπιδοφόρο εν τέλει απο αυτό;

"Ο κόσμος αλλάζει. Ο κόπος μια φορά δε πάει χαμένος. Να πασχίζει κανείς να γίνεται καλύτερος, κι ολοένα καλύτερος."

Εδώ η δύναμη. Εδώ και η ψυχή. Ευχαριστώ κα Βαγενά που μου θυμίσατε τι μπορώ να είμαι κι ας επιλέγω να μην είμαι.

Όσο για την απόδοση του κειμένου, τι να πω. Παρακολούθησα τη κα Βαγενά να ζωντανεύει μπροστά στα μάτια μου κάθε στιγμή του, να μεταμορφώνεται στα διάφορα πρόσωπα, να με παίρνει μαζί της σε ένα ταξίδι και εγω να χάνομαι μέσα σε αυτή την ιστορία, να γεμίζει τη σκηνή μονάχη της και εγώ να γεμίζω με συναισθήματα και σκέψεις. Της είμαι υπόχρεη που μου χάρησε μια υπέροχη θεατρική εμπειρία, που τόσο την είχα ανάγκη.

Ξανά ευχαριστώ.

στο Θέατρο Μεταξουργείο
Σκηνοθεσία: Αννα Βαγενά
Παιζει η ηθοποιός: Άννα Βαγενά

Κυριακή, Νοεμβρίου 16, 2014

Αυγά Μαύρα

του Διονύση Χαριτόπουλου

ΜΗΝ ΤΟ ΧΑΣΕΤΕ

Αυτή είναι μια παράσταση που θα μείνει μαζί μου. Θα με ακολουθεί. Θα με συντροφεύει. Είναι τρεις μέρες που την είδα. Κάθε μέρα μου λέει κάτι καινούργιο. Σε ανύπτοτη στιγμή της μέρας, έρχεται μια σκηνή και μου αποκαλύπτει κάτι. Δεν κατασταλάζει μέσα μου κάτι συγκεκριμένο. Δε μπορώ να τη προσδιορίσω. Ξέρω μόνο ότι όταν την παρακολουθούσα γέμιζα απο συναισθήματα, απο απροσδιόριστα συναισθήματα και με επηρέαζε σε επίπεδα του είναι μου που ούτε ήξερα ότι υπήρχαν. Μπήκε μέσα μου για να παραμείνει. Με λίγες παραστάσεις μου έχει συμβεί αυτό.

Δύο αδέρφια, που τώρα είναι μεσήλικες, αναβιώνουν και προσπαθούν να ξορκίσουν, να κατανοήσουν, να εξηγήσουν, να συγχωρέσουν, να δε ξέρω τι άλλο αυτα που έζησαν όταν ήταν παιδια κατα τη διάρκεια του εμφυλίου. Θα μπορούσαν να είναι οποιαδήποτε παιδια που έτυχε να είναι παιδια σε καιρό πολέμου. Που ως παιδια δεν είχαν λόγο, δε διάλεξαν στρατόπεδα, δεν επέλεξαν να ζήσουν αυτό που ζήσαν. Δεν επέλεξαν να δουν αυτα που είδαν. Και ότι έξησαν, ότι είδαν, είναι κομμάτι του εαυτού τους, ένα κομμάτι που δε διάλεξαν, αλλα που δε μπορουν, δε θέλουν να αποποιηθούν. Γιατί τότε τι θα μείνει. Πασχίζουν να το κατανοήσουν αλλα πως να κατανοήσεις το ακατανόητο; Και πως να αρνηθείς το γονιό σου που κομμάτι σου είναι; Ποιος θα είσαι εσύ μετά; Και γιατι να τον αρνηθείς; Μήπως το άλλο στρατόπεδο ήταν πιο κατανοητο; πιο θεμιτό; Σε όποιο και αν είχες τύχει να γεννηθείς πάλι τα ίδια θα είχες ζήσει. Πάλι παιδί θα ήσουνα, που δε διάλεξε δεν ήξερε. Απλά βίωνε. Το ακατανόητο. Πως άνθρωπος πληγώνει άνθρωπο. Κι εγω ποτέ μου δε θα μπορέσω να καταλάβω πως μπορεί άνθρωπος να πληγώνει άνθρωπο. Μόνο που εγω ήμουν τυχερή και δεν βίωσα μέσα στο πετσί μου τόσο βίαια αυτη τη πραγματικότητα του κόσμου μας. Και ενω υπάρχει γύρω μου, υπόγεια, ή κάπου μακριά, ωστε μπορώ ως άλλη στρουθοκάμηλος να ξεχνιέμαι και να υποκρίνομαι ότι δε συμβαίνει, αυτά τα παιδια το βίωσαν για χρόνια. Και συνεχίζουν να το βιώνουν προσπαθώντας να το ξορκίσουν, να ζήσουν χωρίς να είναι συνέχεια μέσα τους. Ανεπιτυχώς. Σε μια αέναη πάλη να πείσουν το εαυτό τους ότι ήταν και αυτά κάποτε παιδια, αθωα παιδια. Και να συγχωρέσουν το εαυτό τους που επέζησαν όταν άλλοι δεν επέζησαν. Βαρυ το φορτίο που τους βάλανε στη πλάτη. Και ας ήταν όντως παιδια, και δε φταίξανε σε τίποτα. Αλλα που να χωρέσει η λογική σε παράλογα πράγματα. Και πως να μπορέσω εγω η τυχερή, η καλοζωισμένη, η στρουθοκάμηλος, να διαπραγματευτώ ότι όσο υπάρχεουμε ως άνθρωποι, ο άνθρωπος θα πληγώνει άνθρωπο;

Στη Θεατρική σκηνή
Σκηνοθεσία: Αντώνης Αντωνίου
Παίζουν οι ηθοποιοί: Αντώνης Αντωνίου, Νατάσα Ασίκη




Σάββατο, Νοεμβρίου 08, 2014

Η εκδοχή του Μπράουνινγκ

του Τέρενς Ράττιγκαν

Ένας καθηγητής που φεύγει απο το σχολείο κάπως πρόωρα λόγω προβλημάτων υγείας να πάει σε μια "χαμηλότερη" θέση.  Κάποτε ήταν ένας πολλα υποσχόμενος νέος, με προσόντα και βραβεία και πιθανότητες. Η γυναίκα του καθηγητή που άλλα περίμενε απο τη ζωή της, πιο μεγάλα και σπουδαία. Αυτή νοιώθει αδικημένη και με όλο της το είναι δείχνει στον άντρα της πόσο ασήμαντος είναι. Αυτός, δε χρειάζεται τη γυναίκα του να του το δείξει, το νοιώθει απο μόνος του, αισθάνεται αποτυχημένος, και ας μην είναι για τη δική μου ταπεινή άποψη, τα λόγια του μαθητή του λένε άλλα, αλλά αυτός έτσι αίσθανεται, έτσι φέρετε, έτσι τον μεταχειρίζονται οι γύρω του. Και με άλοθι αυτη την αποτυχία επιτρέπει στον εαυτό του να μη διεκδικεί τίποτα από όλα αυτα που ανήκουν δικιαωματικά σε κάθε άνθρωπο, αυτά που εκπορεύονγται απλά και μόνο απο την ανθρώπινη ιδιότητα. Να επιλέγεις να ζεις μέσα στη μιζέρια, όχι την εξωτερική, την εσωτερική. Και να συνεχίζεις αυτό να επιλέγεις. Και όταν ένα μικρό φως διαφένεται, να επιλέγεις, ή μάλλον να αποζητάς να σου το σβήσουν βάναυσα. Και συνεχίζουμε.

Κάτι δε πάει καλά. Βλέπω μια πολύ καλη παρασταση, βυθίζομαι μέσα της, διάφορα αισθήματα διαδέχονται το ένα το άλλο, και όταν τελειώνει, ένα μουδιασμα. Κάτι μου λείπει, η λύτρωση μάλλον, αν και δεν είμαι σίγουρη. Σου άρεσε; δε ξέρω, ναι, ΝΑΙ. Κάτι δε μου πάει όμως.
Θυμήθηκα τον καυτό πάγο και το σχολιασμό της συγγραφέως του για την απαραίτητη λύτρωση για το θεατη. Ηθελα happy end, ήθελα μια λύση, λίγο φως, κάτι. Μιζερη ζωή ζω κι εγω, ταυτίστηκα απόλυτα, no problemo there. Αλλα αυτό το γμν το φως που είναι; Μη το σβήνεις. Στη πραγματική ζωή το σβήνουμε συνεχώς. Αστο λίγο πάνω στη σκηνή. Αβολα. Αυτό είναι το κυρίαρχο συναίσθημα. Άβολα. Έρχομαι κατάμουτρα με τη πραγματικότητα και της δικής μου ζωής, και μετα τί; τίποτα, μια απο τα ίδια, συνεχίζουμε.

Σκηνοθεσία: Ελένη Σκότη
Παίζουν οι ηθοποιοί: Κυριακος Ψύχαλης, Κωνσταντίνος Γώγουλος, Πέγκυ Σταθακοπούλου, Δημήτρης Καταλειφός, Βύρων Σεραιδάρης, Ντένης Μακρής, Σωτηρία Ρούβολη.

Στο θέατρο Εμπορικόν

Δευτέρα, Νοεμβρίου 03, 2014

Αβελάρδος και Ελοϊζα

του Γιάννη Καλαβριανού

"αχ! τι ευτυχία! όταν οι ψυχές έλκουν η μία την άλλη"

και πως να δεις μια παράσταση με κεντρικο θέμα τον έρωτα, όταν δεν είσαι ερωτευμένος;
Κάτι θυμάσαι, κάπου κάποτε το έζησες, ή μήπως όχι; ναι το ξέρεις ότι το έζησες, το ξέρεις ότι κάπου κάποτε και συ ήσουν φωτιά, κάτι σου έρχεται αλλά φαντάζει τόσο μα τόσο μακρινό, σαν να το έζησε κάποια άλλη, κάπου κάποτε.

Το ολοκληρωτικό δώσιμο, το να είναι ο κόσμος σου ο άλλος μόνο και τίποτα άλλο να μη σε νοιάζει, το να θυσιάζεσαι χωρίς πραγματικά να θυσιάζεσαι, η θυσία προυποθέτει επιλογή, επιλέγεις να θυσιαστείς αντί να σωθείς, αλλα στον έρωτα δεν έχεις άλλη επιλογή από το να κάνεις αυτό που προστάζει ο έρωτας σου και ας χαθείς. Οχι δε χάνεσαι, γιατι μονο μέσα στον έρωτα σου μπορείς πλέον να υπάρχεις και να βρίσκεσαι. Χαμένος είσαι αν δε θυσιαστείς. Ναι όλα αυτα ξέρω ότι υπάρχουν και ότι οι άνθρωποι, τα νοιωσαν, τα νοιώθουν και θα τα νοιώθουν, κι ας φαίνονται λίγο ξένα τωρα. Και ναι είναι αλήθεια, τίποτα άλλο δε δίνει ευτυχία όπως ο Έρωτας (προσέξτε με κεφαλαίο, πως αλλιως;) τίποτα άλλο δεν έχει τέτοια ένταση συναισθημάτων, δε σε φέρνει με τόσο βίαιο τρόπο αντιμέτωπο με το μέσα μου, τίποτα άλλο δε σε κάνει να νοιώθεις τόσο ζωντανός, ανεξάρτητα αν φέρνει αναπόφευκτα πόνο, και νομίζεις ότι δε θα μπορέσεις ξανα να ανασάνεις χωρίς κάθε ανάσα να ναι μαχαιρια. Η αγάπη, η αγάπη που αισθανόμαστε για όλους πλην των εραστών, δίνει ευτυχία ήρεμη, καταπραυντική, γλυκια, ήπια. Στην αγάπη κατοικείς εύκολα, δε μεταναστεύεις. Ο Έρωτας όμως (και συνεχίζει με κεφαλαίο όσο οι μνήμες μου ζωντανεύουν) δίνει και ευτυχία και δυστυχία και ζωή, ολα μαζί συγχρόνως. Οι στιγμές που με εφτιαξαν νομίζω ανοίκουν οι περισσότερες στον Έρωτα. Μάλλον έτσι είναι για τους περισσότερους ανθρωπους, δε μπορω να ξέρω.

Το έργο το εμπνεύστηκε ο συγγραφέας όταν σε μια επίσκεψη του στο Παρίσι είδε το τάφο του Αβελάρδου και της Ελοίζας και παρακινήθηκε να ψάξει για την ιστορία τους. Καλύτερα να μη τη πω. Καλύτερα να δει κανείς τη παράσταση χωρίς να ξέρει την ιστορία. Αν όμως δε πάτε να δείτε τη παράσταση, διαβάστε την, γιατι είναι πράγματι δυνατή.

Σκηνοθεσία: Γιάννης Καλαβριανός
Μουσική: Άγγελος Τριανταφύλλου
Παίζουν οι ηθοποιοι: Γιώργος Γλάστρας, Ελένη Κοκκίδου, Χριστίνα Μαξούρη




Τετάρτη, Δεκεμβρίου 29, 2010

Το Μικρόβιο του Έρωτα


YUPIII!!!!!! (ελληνιστί ΓΙΟΥΠΙΙΙ!!!!!)
και ναι, η ζωή είναι απλή και ωραία!


Πήγα με μισή καρδιά. Η όπερα και η οπερέτα δε με χαλάνε, αλλά σπάνια είναι πρώτες επιλογές. Ειδικά η οπερέτα. Αλλά Κέντρος και Μάνια Παπαδημητρίου, δεν υπήρχε περίπτωση να μη πάω. Παρακολουθώ πιστά και τους δυό τους, οπότε, δεν υπήρχε περίπτωση. Και ευτυχώς. Όχι εξαιτίας τους, που ούτως ή άλλως ήταν εξαιρετικοί και για άλλη μια φορά δικαίωσαν την αγάπη που τους έχω. Όχι. Για τη παράσταση. Για το όλο θέαμα. Κατάλαβα γιατί η βιομηχανία του Χόλυγουντ αναπτύχθηκε μετά το κραχ στην Αμερική. Το κατάλαβα με το πετσί μου και με όλο μου το είναι.
Μέσα σε όλη αυτήν την μιζέρια, την απαισιοδοξία, τη μαύρη μαυρίλα πλάκωσε, επιτέλους το μυαλό ξέφυγε και θυμήθηκε. Και έζησα για τρεις ώρες, πλούσια κουστούμια και σκηνικά, ρομαντικές μελωδίες, ομορφιά, elegance, η σκηνή να γεμίζει από ηθοποιούς, τραγουδιστές, χορευτές, ο χώρος από τα χορωδιακά και τις μουσικές της ορχήστρας, εικόνες μιας άλλης εποχής και κυρίως το άρωμα, η φρεσκάδα της, η ατμόσφαιρά της. Και μια γλυκιά ελαφράδα, κι ας αναφέρεται σε εποχές δύσκολες, καταστροφή Σμύρνης, Χίτλερ, φτώχεια μεσοπολέμου. Μέσα σε εκείνη τη μαύρη μαυρίλα πλάκωσε, τόση ουσία, μουσική και έρωτας, αξιοπρέπεια και δημιουργία. Αλάφρωσα. Ξαλάφρωσα. Κι αφέθηκα. Κι έφυγα σιγοτραγουδώντας. Λίγα λουλούδια αν θέλεις φέρε μου...

Το έργο δεν είναι η οπερέτα του Γιαννίδη/Κωνσταντινίδη/Dorres. Δανείζεται το τίτλο της πρώτης οπερέτας που έγραψε στο Βερολίνο και μας ταξιδεύει στη ζωή του. Και στα τραγούδια του. Γεννήθηκε ως Γιάννης Κωνσταντινίδης στη Σμύρνη σε εύπορη οικογένεια. Στη Σμύρνη των 40 θεάτρων! Το πιστεύετε αυτό; Σαράντα! Λίγο πριν τη Μικρασιατική καταστροφή πήγε στο Βερολίνο για μουσικές σπουδές. Λόγω της Μικρασιατικής καταστροφής αναγκάστηκε να εργαστεί σε καμπαρέ και στο βουβό κινηματογράφο. Παρέα με τον Σκαλκώτα (!) και μαθητής ενός νέου συνθέτη που μόλις είχε αρχίσει να αναγνωρίζεται, του Βάιλ (!). Εκεί, επειδή το όνομα του ήταν δυσκολοπροφόρετο, το έκανε Costa Dorres. Το 31, λόγω της ανόδου του φασισμού στη Γερμανία, αποφάσισε να επιστρέψει στην Αθήνα. Και για δεύτερη φορά τα χάνει όλα και πρέπει να ξαναρχίσει από την αρχή. Δικτυώνεται στα μουσικά θέατρα της Αθήνας, αλλά επειδή υπάρχει ήδη ένας γνωστός συνθέτης με το όνομα Κωνσταντινίδης, μετονομάζεται σε Κώστας Γιαννίδης. Παράλληλα με το "ελαφρό" τραγούδι ασχολείται και με τη μελέτη της ελληνικής παραδοσιακής μουσικής και συνθέτει κλασσική μουσική εμπνευσμένη από αυτήν. Πέθανε το 1984, πλήρης ημερών, μια μέρα πριν τον Τσιτσάνη. Στη κηδεία του Τσιτσάνη λαϊκό προσκύνημα. Στη δική του μόνο δώδεκα άτομα και παντελής απουσία της πολιτείας. Δεν πειράζει. Η ζωή εκτός από απλή και ωραία, είναι και άδικη, αλλά δεν έχει σημασία, γιατί όπως λέει και ο ίδιος στο έργο
Ο κύριος Γιάννης Κωνσταντινίδης, Κώστας Γιαννίδης, Costa Dorres έζησε με αξιοπρέπεια, καλά και διακριτικά. Αγάπησε τη Ζωή, σεβάστηκε τη Μνήμη και τίμησε την Ηδονή. Γι' αυτό κι έφυγε πλήρης και μπήκε στο θάνατο με μάτια ανοιχτά.

Μπροστά σε αυτό σιωπώ. Και σας αφήνω με μια διασκευή ενός τραγουδιού που πολύ αγαπάμε κι εγώ και ο γιός μου εδώ.

Μουσική: Κώστας Γιαννίδης
Ιστορική, μουσική έρευνα-Κείμενο- Διασκευή κειμένων: Λάμπρος Λιάβας
Λοιποί Συντελεστές εδώ



Δευτέρα, Δεκεμβρίου 27, 2010

Κρυφά Απογεύματα

του Δημήτρη Μωραϊτη

Αφορμή του έργου ένα φρικιαστικό γεγονός. Το 2005 δύο Ιρανοί έφηβοι, εκτελέστηκαν δημόσια, δια απαγχονισμού, με τη κατηγορία του βιασμού ενός 13χρονου. Πιθανότατα ο βιασμός ήταν μια φτιαχτή κατηγορία, και τα δύο παιδιά ουσιαστικά εκτελέστηκαν επειδή ήταν ομοφυλόφιλοι.

Δύο νέοι άνδρες, γνωρίζονται τυχαία, ερωτεύονται. Για κακή τους τύχη είναι Ιρανοί, και ο έρωτας τους δε μπορεί να είναι παρά μια σειρά από κρυφές συναντήσεις, σε μια αποθήκη, τα κρυφά τους απογεύματα.
Ο Μαχμούντ, απόλυτα συνειδητοποιημένος για το ποιός είναι, πως είναι φτιαγμένος, τι θέλει. Βλέπει πως είναι η ζωή αλλού, δε πιστεύει ότι αυτό που κάνει είναι κακό, θέλει να φύγει, να μπορέσει να ζήσει όπως του ταιριάζει. Ελεύθερος. Πιστός στον εαυτό του. Και στον Θεό, όπως αυτός τον πιστεύει.
- Δε κάνουμε τίποτα κακό.
- Τότε γιατί κρυβόμαστε;
Ο Τζιλάλ, κομμάτι της κοινωνίας που τον έθρεψε, ορίζει το σωστό με βάση τους νόμους, φορές επιτίθεται στον Μαχμούντ που με την ύπαρξη του του γεννάει επιθυμία, και τον κάνει να παραβαίνει τους κανόνες. Θέλει να κάνει αυτό που περιμένουν οι άλλοι, οι γονείς, η κοινωνία. Να μη πληγώσει. Πιστός στο καθήκον. Και στον Θεό, όπως του τον δίδαξαν.

Κάποια στιγμή θα βρεί τη δύναμη και θα αντισταθεί στη φύση του, να παντρευτεί, να μπορέσει να πάει στη θάλασσα, ανταμοιβή μιας "φυσιολογικότητας".

Ο Μαχμούντ πάλι όχι, κι έτσι αναπόφευκτα, θα έρθει η στιγμή της ανακάλυψης, και η τιμωρία. Δημόσια εκτέλεση.

Για μας στη Δύση, που το συγκεκριμένο ερώτημα το έχουμε απαντήσει προ πολλού, είναι εύκολο να δούμε το δίκιο που έχει ο Μαχμούντ, και δε μπορούμε παρά να σοκαριστούμε από το κατατρεγμό και τη δολοφονία κάποιου, μόνο και μόνο επειδή είναι ομοφυλόφιλος.
Για κάποιον όμως που έχει μεγαλώσει αλλιώς; για κάποιον σαν τον Τζιλάλ, που με φυσικότητα λέει ότι αφού εκείνη η γυναίκα απάτησε τον άντρα της καλώς λιθοβολήθηκε;

Και αν έρθω στη δική μου κοινωνία, έχω και εδώ νόμους. Ποιός θα κρίνει ποιος είναι παράλογος και ποιος όχι; Και τι πρέπει να κάνω αν θεωρώ μια σύμβαση της κοινωνίας μου απάνθρωπη; Έχω το δικαίωμα να παρανομώ; Εδώ σε θέλω, γιατί την απάντηση δεν την έχω. Δε θα είμασταν τόσο ανοικτοί σαν κοινωνία, αν κάποιοι δεν είχαν αγωνιστεί για να αλλάξουν κάποιους νόμους, πολλές φορές παρανομώντας. Αλλά ποιός θα κρίνει; Ποιός θα αποφασίσει που μπορώ και που δε μπορώ; Για τον Τζιλάλ, η επιθυμία που νοιώθει είναι έγκλημα παρόμοιο με αυτό αυτό που θα ένοιωθα εγώ αν ήθελα να σκοτώσω κάποιον. Μήπως κάτι που εγώ θεωρώ απόλυτα φυσικό τώρα, σε πενήντα χρόνια οι άνθρωποι θα το βρίσκουν φρικιαστικό; Και τι κάνω με τη φύση μου; Πότε τη δαμάζω και πότε όχι; Δε ξέρω. Αυτό το ερώτημα δε δύναμαι να το απαντήσω.

Το έργο έχει υπέροχη αισθητική, και τα βλέμματα των ηθοποιών πραγματικά μιλάνε από μόνα τους. Μου άρεσε που η αφήγηση ήταν παράλληλη, στιγμιότυπα από τα κρυφά τους απογεύματα, εναλλάξ, από την αρχή του τέλους, όταν είχαν αρχίσει να τους ανακαλύπτουν, και από την αρχή της σχέσης, όταν όλα είναι λίγο πιο απλά, όσο απλά μπορεί να είναι τα πράγματα όταν ζεις μια απαγορευμένη σχέση.



Σκηνοθεσία: Δημήτρης Μωραίτης
Παίζουν οι ηθοποιοί: Γιώργος Βουβάκης, Τάκης Παρασκευόπουλος, Ανέστης Χρυσάφης

Τρίτη, Δεκεμβρίου 14, 2010

Για να γίνει ο χρόνος καινούργιος

αφήγηση παραμυθιού εμπνευσμένο από τη Θεογονία του Ησίοδου, από τον Διονύση Σαββόπουλο


Πέρυσι, είχα τη τύχη να ζήσω μια μαγική εμπειρία. Στο μικρό Παλλάς, αφήγηση παραμυθιού από τρεις μεγάλους παραμυθάδες, το Διονύση Σαββόπουλο, τη Ρηνιώ Κυριαζή και τη Φένια Παπαδόδημα. Ήμασταν στη πρώτη σειρά και εξολοκλήρου μέσα στη μαγεία εκείνης της παράστασης. Μια πρώτη και επιτυχημένη απόπειρα να μοιραστώ με τον Ιάσονα την αγάπη μου για τον Σαββόπουλο, για να μπορεί κι αυτός να πει κάποια μέρα, τον είχα δει και εγώ ζωντανά, όπως μπορώ και λέω εγώ για τον Κατράκη.
Όταν φέτος έμαθα, για το παρόμοιο εγχείρημα στο μέγαρο μουσικής, δεν υπήρχε περίπτωση να λείπουμε. Μπαίνουμε μέσα, και με έπιασε η καρδιά μου, ο χώρος αχανής, (τό 'ξερα δεν το' ξέρα;) και λέω, ωραία, την κάτσαμε. Δεν υπάρχει περίπτωση μέσα σε αυτό το χάος, και τόσο μακριά που καθόμαστε, να δημιουργηθεί καμία ατμόσφαιρα ικανή να καθηλώσει τον Ιάσονα.

Ευτυχώς, έκανα λάθος.

Ο κύριος Σαββόπουλος, περιτριγυρισμένος από παιδιά, στο βάθος της σκηνής σκηνικά που γεμίζουν όλον τον χώρο, και η φωνή του άρχισε να μας ταξιδεύει. Θεογονία, κοσμογονία, η ταυτότητά μας και όσα μας καθορίζουν, όλα μαζί, δεμένα και αποκαλυπτικά. Και τα σκηνικά να αλλάζουν, να πάλλονται, να λένε κι αυτά την ιστορία, τα εμβόλιμα τραγούδια να συμπληρώνουν, να εντείνουν. Και όσο προχωρά η αφήγηση, οι επί της σκηνής να συμμετέχουν όλο και πιο πολύ, και μια γιορτή να εξελίσσεται μπροστά στα μάτια μας. Σαν να είχαμε όλοι μαζί πάει μια ωραία εκδρομή, και να χορεύαμε και να τραγουδάγαμε όλοι παρέα. Το όλο ήταν απόλυτα τρυφερό, γλυκό, παιχνιδιάρικο, ζωντανό και αισθητικό.

Μην το χάσετε!


(Και μια πίκρα που δυστυχώς μου βγαίνει και με τίποτα δε φταίει ο κ. Σαββόπουλος. Το όλο ήταν και απόλυτο πολιτικό, έτσι το εξέλαβα αρχικά. Όταν όμως το ξανασκέφτηκα, δυστυχώς το political statement χάνεται στη προσβασιμότητα, που κακά τα ψέματα είναι μόνο για μια ελίτ, στην οποία, από ότι φαίνεται, ακόμη ανήκω, έστω και οριακά. Στο τέλος ο κ. Σαββόπουλος προσκαλεί τα παιδιά να ανέβουν στη σκηνή, και φυσικά μόνο τα παιδάκια που ήταν στην πλατεία πρόλαβαν να χωρέσουν. Ξέρω κακίες, αλλά τι να κάνω, ζήλεψα.)


Σκηνοθεσία: Σοφία Σπυράτου
Αφήγηση: Διονύσης Σαββόπουλος, Ρηνιώ Κυριαζή
Παίζουν οι μουσικοί: Σταύρος Λάντσιας, Γιώτης Κιουρτσόγλου
συμμετέχουν η Φένια Παπαδόδημα, παιδιά, χορευτές και 2 ξυλοπόδαροι (συγνώμη δε μπόρεσα να βρω τα ονόματα)

στο Μέγαρο Μουσικής

Τρίτη, Νοεμβρίου 30, 2010

Δε μιλάμε για αυτά

του Κώστα Γάκη & της ομάδας

Μεγάλωσα σε μια κοινωνία που...
Μεγάλωσα με μια θρησκεία που...
Μεγάλωσα σε μια οικογένεια που...

που με καθόρισε, με σμίλεψε, μου έμαθε πως είναι ο κόσμος (αλλά είναι έτσι ο κόσμος;), μου επέτρεψε, μου απαγόρευσε, που δε με ρώτησε αλλά και να με ρώταγε τι νόημα θα είχε, αυτή με μεγάλωσε και μέσα στο πετσί μου έχει χώσει όλες τις απαντήσεις...

Κι όμως, σκέφτομαι, αισθάνομαι, αμφιβάλλω, θέτω ξανά τις ερωτήσεις με άλλο τρόπο και ίσως να απαντήσω με άλλο τρόπο, τουλάχιστον θα ρωτήσω, θα μιλήσω. Εκεί και η ελπίδα. Εκεί και η πολυπόθητη αλλαγή, όπως τη θέλω τώρα, για να δημιουργήσω μια νέα οικογένεια, θρησκεία, οικογένεια, που θα μεγαλώσει, θα σμιλέψει, θα καθορίσει τις νέες ερωτήσεις και τις νέες απαντήσεις για τους επόμενους, ώσπου και αυτοί να ξεκινήσουν το νέο κύκλο.

Το έργο, μιλάει για σεξ, και για όλα τα ταμπού που έχουμε γύρω από αυτό. Για τις σχέσεις μας, τις προκαταλήψεις μας, τα μυστικά μας, τις μάσκες μας. Για ενημέρωση σας, έχει πολύ γυμνό, αλλά δεν το βλέπεις, είναι απολύτως φυσικό και αφτιασίδωτο.

Εγώ όμως αλλού θέλω να σταθώ. Είναι κάτι που το παθαίνω πάντα όταν έρχομαι αντιμέτωπη με τόσο ταλέντο, απλά εκπλήσσομαι και μένω με το στόμα να χάσκει σα χαζό. Τέσσερα όμορφα παιδιά, με γυμνασμένα κορμιά, με υπέροχες φωνές, τραγουδούν πανέμορφα, με καταπληκτική κίνηση, και σκηνική παρουσία που σε καθηλώνει. Μα τόσο ταλέντο; Βάλε κι ένα καλό έργο με όμορφη μουσική και καλή σκηνοθεσία, και τσουπ, μαγεία συμπυκνωμένη σε μια παράσταση προς τέρψη και ευχαρίστηση, όλη δική μου. Ίσως εκεί να είναι η ελπίδα και η πολυπόθητη αλλαγή, που αναζητάμε διακαώς στις μέρες μας. Στους ανθρώπους που επιμένουν και μπορούν να δημιουργούν μαγείες. Ευχαριστώ σας παίδες λοιπόν, που γυμνώσατε ψυχή τε σώματι.



Σκηνοθεσία: Κώστας Γάκης
Μουσική: Κώστας Γάκης
Παίζουν οι ηθοποιοί: Προμηθέας Nerratini-Δοκιμάκης, Λευτέρης Καταχανάς, Νάνσυ Μπούκλη, Στέλλα Νούλη

Τετάρτη, Νοεμβρίου 24, 2010

DNA

του Dennis Kelly

Το μόνο που ήξερα για το έργο είναι ότι είναι γραμμένο ειδικά για εφήβους...
Πάω λοιπόν προετοιμασμένη να δω κάτι σχετικό με χάσμα γενεών, γονείς που κάνουν λάθη και παιδιά που κανείς δεν τα καταλαβαίνει. Έτσι να αυξήσω λιγάκι τις τύψεις μου γιατί δεν έχω αρκετές και να μου τρίψω κατάμουτρα όλα μου τα λάθη.

Όπα, τι έγινε εδώ; Ευχάριστη έκπληξη. Καμία μα καμία σχέση με τα προαναφερθέντα.

Είναι όντως έργο για εφήβους. Όντως αναφέρεται σε θέματα που τους αφορούν. Και η ουσία του "εφηβικού" χαρακτηρισμού είναι να τεθούν ερωτήματα και ο θεατής - έφηβος να σκεφτεί πάνω σε αυτά. Ίσως να τα δει κι αλλιώς.

Εμένα, που πάει πολύ πολύ καιρός που ήμουνα έφηβη, με αφορά; Κι όμως, ναι. Ίσως επειδή είμαι και γονιός. Δε ξέρω. Ίσως γιατί όσο κι αν μεγαλώσουμε κάποια πράγματα συνεχίζουν να μας ταλανίζουν. Η ανάγκη του ανήκειν και τι είμαστε διατεθειμένοι να κάνουμε για να το επιτύχουμε, η δυναμική της ομάδας και το πως ως μέλη μιας ομάδας οδηγούμαστε σε πράξεις που δε θα κάναμε αλλιώς, ο φόβος μας μπροστά στις ευθύνες μας και ο εγωισμός μας προκειμένου να τη βγάλουμε καθαρή. Και τι άνθρωπος πρέπει να είσαι για να αντισταθείς σε όλα αυτά, και εν τέλει μπορείς να αντισταθείς ή ως μέρος ενός κοινωνικού συνόλου ακολουθείς προδιαγεγραμμένη πορεία;

Δεν αναφέρομαι καθόλου στην ιστορία για να μη το χαλάσω σε όποιον δεν το έχει δει, και αξίζει θεωρώ να το παρακολουθήσει κανείς με άγνοια του τι μέλλει γενέσθαι. Η παράσταση είναι καλή, ζωντανή, φρέσκια, προσεγμένη, και το έργο προσωπικά μου μίλησε.


σκηνοθεσία: Σοφία Βγενοπούλου
μετάφραση: Έκτορας Λυγίζος
παίζουν οι ηθοποιοί: Μαρία Γεωργιάδου, Παναγιώτης Εξαρχέας, Ελίνα Ρίζου, Άρτεμις Φλέσσα, Στέφανος Αχιλλέως, Ευδοξία Ανδρουλιδάκη, Νεφέλη Ανανιάδη, Αντώνης Αντωνόπουλος, Αλέξανδρος Λυκούρας



Δευτέρα, Νοεμβρίου 22, 2010

Γαμήλια Ψευδαίσθηση

του Ερίκ Ασσούς

Μετά από χρόνια γάμου, ένα ήσυχο (;) κυριακάτικο πρωινό, με καφέ, η γυναίκα αποφασίζει να ανοίξει ένα θέμα που για αυτήν ήταν ούτως ή άλλως πάντα ανοικτό. Οι εξωσυζυγικές σχέσεις του. Γνωρίζει ότι υφίστανται, αλλά δεν είναι σίγουρη για τον αριθμό. Αυτός πάλι ήταν σίγουρος ότι η γυναίκα του δεν, αλλά λέει να ρωτήσει. Συμφωνούν να αποκαλύψουν και οι δύο τους σχετικούς αριθμούς, 12 εκείνος, 1 αυτή, επιφανειακά και εφήμερα αυτός, κανονική παράλληλη σχέση αυτή. Και ξαφνικά ο κόσμος του καταρρακώνεται, ότι πίστευε μέχρι τότε ανατρέπεται, και θέλει να ξέρει ποιος. Υποψιάζεται το καλύτερο φίλο του, τον προσκαλεί σε αντιπαράθεση, αποκαλύψεις έρχονται, αλλά το δικό του ερώτημα δεν απαντιέται. Η αμφιβολία θα είναι εκεί να τον τρώει, αυτός που είναι πάντα επιτυχημένος και ότι ποτέ θέλησε το απέκτησε. Ειρωνία; Η εκδίκηση της απατημένης συζύγου επιτέλους; Ή όπως λέει η ίδια ο τρόπος της για να τον κάνει επιτέλους να σταματήσει; Η δύναμή της; Και αυτή που από την αρχή γνώριζε γιατί το δεχόταν; Τον αγαπούσε τόσο ή φοβόταν να πορευτεί μόνη της; Όπως λέει και ο πιθανολογούμενος εραστής της

αλλιώς η σιωπή του ενός, αλλιώς η σιωπή των δύο

ίσως εκεί να κρύβεται η απάντηση, στο φόβο της σιωπής του ενός. Ίσως πάλι όχι. Όλα μένουν ανοικτά, κι ο καθένας καταλήγει στα συμπεράσματα που θέλει. Γεγονός βέβαια παραμένει ότι πολλές φορές οι άνθρωποι επιλέγουν να είναι μαζί και να αλληλοπληγώνονται. Καθείς και οι επιλογές του. Καθείς και οι ψευδαισθήσεις που τον βοηθούν να πορεύεται.

Ωραίο κείμενο, με λεπτό χιούμορ, ατάκες μαχαίρια που εκτοξεύονται μεταξύ τους, οι τρεις ηθοποιοί εξαιρετικοί κατά τη ταπεινή μου άποψη, η δε στιγμή που η κα Υψηλάντη θυμάται στιγμές του παρελθόντος, με φωνή ήρεμη, καμιά έξαρση, τα μάτια της βουρκώνουν και πέφτει ένα δάκρυ μόνο του, τι να πω.



σκηνοθεσία: Νίκος Σακαλίδης
μετάφραση: Θωμάς Βούλγαρης
παίζουν οι ηθοποιοί: Αντώνης Θεοδωρακόπουλος, Αιμιλία Υψηλάντη και Γιάννης Ζαβραδινός.


στο θέατρο Αργώ