Αφορμή του έργου ένα φρικιαστικό γεγονός. Το 2005 δύο Ιρανοί έφηβοι, εκτελέστηκαν δημόσια, δια απαγχονισμού, με τη κατηγορία του βιασμού ενός 13χρονου. Πιθανότατα ο βιασμός ήταν μια φτιαχτή κατηγορία, και τα δύο παιδιά ουσιαστικά εκτελέστηκαν επειδή ήταν ομοφυλόφιλοι.
Δύο νέοι άνδρες, γνωρίζονται τυχαία, ερωτεύονται. Για κακή τους τύχη είναι Ιρανοί, και ο έρωτας τους δε μπορεί να είναι παρά μια σειρά από κρυφές συναντήσεις, σε μια αποθήκη, τα κρυφά τους απογεύματα.
Ο Μαχμούντ, απόλυτα συνειδητοποιημένος για το ποιός είναι, πως είναι φτιαγμένος, τι θέλει. Βλέπει πως είναι η ζωή αλλού, δε πιστεύει ότι αυτό που κάνει είναι κακό, θέλει να φύγει, να μπορέσει να ζήσει όπως του ταιριάζει. Ελεύθερος. Πιστός στον εαυτό του. Και στον Θεό, όπως αυτός τον πιστεύει.
- Δε κάνουμε τίποτα κακό.
- Τότε γιατί κρυβόμαστε;
Ο Τζιλάλ, κομμάτι της κοινωνίας που τον έθρεψε, ορίζει το σωστό με βάση τους νόμους, φορές επιτίθεται στον Μαχμούντ που με την ύπαρξη του του γεννάει επιθυμία, και τον κάνει να παραβαίνει τους κανόνες. Θέλει να κάνει αυτό που περιμένουν οι άλλοι, οι γονείς, η κοινωνία. Να μη πληγώσει. Πιστός στο καθήκον. Και στον Θεό, όπως του τον δίδαξαν.
Κάποια στιγμή θα βρεί τη δύναμη και θα αντισταθεί στη φύση του, να παντρευτεί, να μπορέσει να πάει στη θάλασσα, ανταμοιβή μιας "φυσιολογικότητας".
Ο Μαχμούντ πάλι όχι, κι έτσι αναπόφευκτα, θα έρθει η στιγμή της ανακάλυψης, και η τιμωρία. Δημόσια εκτέλεση.
Για μας στη Δύση, που το συγκεκριμένο ερώτημα το έχουμε απαντήσει προ πολλού, είναι εύκολο να δούμε το δίκιο που έχει ο Μαχμούντ, και δε μπορούμε παρά να σοκαριστούμε από το κατατρεγμό και τη δολοφονία κάποιου, μόνο και μόνο επειδή είναι ομοφυλόφιλος.
Για κάποιον όμως που έχει μεγαλώσει αλλιώς; για κάποιον σαν τον Τζιλάλ, που με φυσικότητα λέει ότι αφού εκείνη η γυναίκα απάτησε τον άντρα της καλώς λιθοβολήθηκε;
Και αν έρθω στη δική μου κοινωνία, έχω και εδώ νόμους. Ποιός θα κρίνει ποιος είναι παράλογος και ποιος όχι; Και τι πρέπει να κάνω αν θεωρώ μια σύμβαση της κοινωνίας μου απάνθρωπη; Έχω το δικαίωμα να παρανομώ; Εδώ σε θέλω, γιατί την απάντηση δεν την έχω. Δε θα είμασταν τόσο ανοικτοί σαν κοινωνία, αν κάποιοι δεν είχαν αγωνιστεί για να αλλάξουν κάποιους νόμους, πολλές φορές παρανομώντας. Αλλά ποιός θα κρίνει; Ποιός θα αποφασίσει που μπορώ και που δε μπορώ; Για τον Τζιλάλ, η επιθυμία που νοιώθει είναι έγκλημα παρόμοιο με αυτό αυτό που θα ένοιωθα εγώ αν ήθελα να σκοτώσω κάποιον. Μήπως κάτι που εγώ θεωρώ απόλυτα φυσικό τώρα, σε πενήντα χρόνια οι άνθρωποι θα το βρίσκουν φρικιαστικό; Και τι κάνω με τη φύση μου; Πότε τη δαμάζω και πότε όχι; Δε ξέρω. Αυτό το ερώτημα δε δύναμαι να το απαντήσω.
Το έργο έχει υπέροχη αισθητική, και τα βλέμματα των ηθοποιών πραγματικά μιλάνε από μόνα τους. Μου άρεσε που η αφήγηση ήταν παράλληλη, στιγμιότυπα από τα κρυφά τους απογεύματα, εναλλάξ, από την αρχή του τέλους, όταν είχαν αρχίσει να τους ανακαλύπτουν, και από την αρχή της σχέσης, όταν όλα είναι λίγο πιο απλά, όσο απλά μπορεί να είναι τα πράγματα όταν ζεις μια απαγορευμένη σχέση.
Σκηνοθεσία: Δημήτρης Μωραίτης
Παίζουν οι ηθοποιοί: Γιώργος Βουβάκης, Τάκης Παρασκευόπουλος, Ανέστης Χρυσάφης
στο θέατρο Χώρα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου