του Tracy Letts
Να, ένα έργο αρκετά ιδιαίτερο που απαιτεί γερό στομάχι. Και πέρα από συμβολισμούς και άλλες σκέψεις, επιτέλους, καιρό είχα να δω, ιστορία με αρχή, μέση και τέλος, χωρίς ερωτηματικά δράσης. Προβληματίζομαι λίγο να γράψω την ιστορία, θέλω να πω όσο το δυνατόν λιγότερα, γιατί ένα από τα όμορφα του είναι και το σασπένς του.
Δύο τελειωμένες ψυχές, συναντιούνται και ενώνουν τις μοναξίες τους, τις μιζέριες τους, αγκιστρώνονται ο ένας από τον άλλον. Ο Peter, πεπεισμένος ότι μετά το πόλεμο στον Κόλπο τον χρησιμοποιήσανε σα πειραματόζωο για βιολογικά όπλα, βρίσκει στην Αgnes κάποια που τον πιστεύει, να τον συντροφέψει μέσα στον κόσμο του. Η Agnes (αλήθεια πόση αγνότητα μπορεί να παραμείνει μέσα σε έναν άνθρωπο που έχει χάσει το παιδί του, κακοποιηθεί από το σύζυγο της και σπριώχνει τις μέρες της σνιφάροντας κόκα; ) βρίσκει εν τέλει ένα άλλοθι για να αντέξει τις τύψεις τις. Όταν τίποτα πια στη ζωή δεν έχει απομείνει όρθιο, είναι πολύ εύκολο, λυτρωτικό ίσως, να χωθείς μέσα σε ένα παρανοικό κόσμο συνομωσίας και καταδίωξης. Οι απαντήσεις τρομαχτικές και συνάμα λυτρωτικές, προσβεβλειμένοι από τα "ζωύφια" επιδείδονται στο πόλεμο εναντίον τους και στη πλήρη ενασχόληση με αυτά. Υποφέρουν ναι, αλλά είναι πόνος που έχει μουδιάσει όλα τα άλλα. Και έτσι τα ζωύφια που έφερε ο Peter είναι τελικά καλοδεχούμενα από την Agnes, δε θέλει πραγματικά να τα διώξει γιατί αν φύγουν αυτά, αν φύγει ο Peter τι θα της απομείνει; Η πρότεινη ζωή, και αυτή ήταν φρικτή ούτως ή άλλως. Και ούτε η καλύτερη της φίλη δε μπορεί να την επαναφέρει σε αυτό το παρελθόν. Δεν έχει λόγο να επιστρέψει. Εξάλλου η τελική λύτρωση και εξύψωση δεν είναι μακριά πιά...
(Τα είπα μπερδεμένα, ε; ωραία! στη σκηνή όλα ρέουν όμορφα (γκροτέσκα όμορφα) και απλά)
Και μια άτακα, που μοιάζει να μην έχει σχέση με το υπόλοιπο έργο, αλλά τι να κάνω, με άρεσε κι έτσι τη κρατάω!
"Όλοι έχουμε ένα μέρος μέσα μας, ένα κέντρο που είναι εμείς. Πρέπει να κρατάμε αυτό το κέντρο ιερό. Το σεξ και οι σχέσεις χαλάνε αυτό το μέρος"
Σκηνοθεσία: Γιώργος Παλούμπης
Παίζουν οι ηθοποιοί: Μαρία Τσαρούχα, Δημητρης Λάλος, Βάσω Καμαράτου, Στάθης Σταμουλακάτος, Κώστας Κουτσολέλος, Παναγιώτης Κουκουρουβλής
Στο θέατρο Επι Κολωνό
Για δεύτερη χρονιά
Πέμπτη, Οκτωβρίου 25, 2007
Κυριακή, Οκτωβρίου 07, 2007
Ο Ροβινσώνας και ο Κρούσος
των Νίνο ντ' Ιντρόνα & Τζάκομο Ραβίκιο
Δύο αεροπόροι, (έχθροι τυπικά;), μετά από τη πτώση των αεροπλάνων τους, καταλήγουν και οι δυό στην ίδια στέγη. Στην αρχή παλεύουν μεταξύ τους, αλλά σιγά σιγά, εγκαταλείπουν τις εχθροπραξίες και ψάχνουν να βρουν τρόπους να επικοινωνήσουν. Οι γλώσσες τους διαφορετικές, και εκεί που οι λέξεις αδυνατούν να εκφράσουν, έρχονται τα σώματα να μιλήσουν. Η οικουμενική γλώσσα των ανθρώπων. Και μέσα από το σώμα και τη κίνηση και την έκφραση, συνεργάζονται, για να φάνε, να κοιμηθούν, να πλυθούν, και να φτιάξουν τη σχεδία (και το τρύπιο βαρέλι) που θα τους πάει σπίτι τους. Ο καθένας σε αντίθετη κατευθυνση φορώντας ξανά τα στρατιωτικά του ρούχα και με ένα ενθύμιο από τον άλλον.
Άλλη μια καλή δουλειά για παιδιά από το θέατρο πόρτα. Με αισθητική, με ατμόσφαιρα, με πηγαίο χιούμορ. Και οι ηθοποιοί πολύ καλοί, εκπληκτικά αυτά που κάνανε με το σώμα τους. Η μάχη σε αργή κίνηση ήταν υπέροχη, όμορφη και με γέλοιο, και το πινγκ πονγκ με τα τηγάνια επίσης. (Εγώ στη παραλία με τις ρακέτες γιατί δε τα καταφέρνω, οέο;)
Η παράσταση είναι για λίγο πιο μεγάλα παιδιά, από οκτώ χρονών συστείνουν, και όντως ο γιός μου, στα τεσσεράμιση, δυσκολεύτηκε λίγο να κατανοήσει κάποιες έννοιες, ή του γεννιόντουσαν απορίες, που ήθελε να του τις λύσω εκείνη τη στιγμή. Του άρεσε και το ευχαριστήθηκε, αλλά ενοχλήσαμε λιγάκι.
Σκηνοθεσία: Λίλο Μπάουρ
Παίζουν οι ηθοποιοί: Πέτρος Σπυρόπουλος, Θοδωρής Σκυφτούλης
στο θέατρο Πόρτα
Δύο αεροπόροι, (έχθροι τυπικά;), μετά από τη πτώση των αεροπλάνων τους, καταλήγουν και οι δυό στην ίδια στέγη. Στην αρχή παλεύουν μεταξύ τους, αλλά σιγά σιγά, εγκαταλείπουν τις εχθροπραξίες και ψάχνουν να βρουν τρόπους να επικοινωνήσουν. Οι γλώσσες τους διαφορετικές, και εκεί που οι λέξεις αδυνατούν να εκφράσουν, έρχονται τα σώματα να μιλήσουν. Η οικουμενική γλώσσα των ανθρώπων. Και μέσα από το σώμα και τη κίνηση και την έκφραση, συνεργάζονται, για να φάνε, να κοιμηθούν, να πλυθούν, και να φτιάξουν τη σχεδία (και το τρύπιο βαρέλι) που θα τους πάει σπίτι τους. Ο καθένας σε αντίθετη κατευθυνση φορώντας ξανά τα στρατιωτικά του ρούχα και με ένα ενθύμιο από τον άλλον.
Άλλη μια καλή δουλειά για παιδιά από το θέατρο πόρτα. Με αισθητική, με ατμόσφαιρα, με πηγαίο χιούμορ. Και οι ηθοποιοί πολύ καλοί, εκπληκτικά αυτά που κάνανε με το σώμα τους. Η μάχη σε αργή κίνηση ήταν υπέροχη, όμορφη και με γέλοιο, και το πινγκ πονγκ με τα τηγάνια επίσης. (Εγώ στη παραλία με τις ρακέτες γιατί δε τα καταφέρνω, οέο;)
Η παράσταση είναι για λίγο πιο μεγάλα παιδιά, από οκτώ χρονών συστείνουν, και όντως ο γιός μου, στα τεσσεράμιση, δυσκολεύτηκε λίγο να κατανοήσει κάποιες έννοιες, ή του γεννιόντουσαν απορίες, που ήθελε να του τις λύσω εκείνη τη στιγμή. Του άρεσε και το ευχαριστήθηκε, αλλά ενοχλήσαμε λιγάκι.
Σκηνοθεσία: Λίλο Μπάουρ
Παίζουν οι ηθοποιοί: Πέτρος Σπυρόπουλος, Θοδωρής Σκυφτούλης
στο θέατρο Πόρτα
Σάββατο, Οκτωβρίου 06, 2007
Το αίμα που μαράθηκε
του Άκη Δήμου
ένα σκοτεινό παραμύθι με αφορμή τη κερένια κούκλα του Κ. Χρηστομάνου
Η Λιόλια, ορφανή και μακρινή ξαδέρφη της ασθενικής Βιργινίας, πάει στο σπίτι της Βιργινιας,βοηθός στις δουλειές, συντροφιά στις μοναχικές ώρες. Ο νίκος, άντρας της Βιργινίας, κάποτε πολύ ερωτευμενος μαζί της, με όνειρα κοινής ζωής και πολυπληθους οικογένειας που ακυρώθηκαν, αναπόφευκτα ερωτεύεται το νεαρό, όμορφο, γεμάτο ζωντάνια κορίτσι, με τα θλιμένα μάτια, που γυαλίζουν και είναι σα να ετοιμάζονται να δακρύσουν.
Ο έρωτας που γεννιέται μεταξύ τους είναι καταδικασμένος όπως και ο καρπός του. Οι τύψεις για τη ζωή (άντρα, σπίτι, οικογένεια, όνειρα) που η Λιόλια έκλεψε από τη Βιργινία, που ο Νίκος χάρισε σε μια άλλη. Η Βιργινία πεθαίνει, αλλά η μνήμη της παραμένει να βασανίζει και να καταστρέφει, να πάρει πίσω αυτό που δικαιωματικά της ανήκει. Το παιδί τους (ίδιο η Βιργινία) πεθαίνει.
Κι η Λιόλια;
- Θα φύγω
- Που;
- Όπου να' ναι. Μόνο να ναι μακριά
- Μακριά δεν είναι πουθενά όταν θυμάσαι
Δε μπορείς να ξεφύγεις από τον εαυτό σου, το παρελθόν σου, τα κρίματα σου. Ειναι παντα μαζί σου να σε συντροφεύουν, να σε αμαυρώνουν. Κι ας μη φταίς πραγματικά
Ότι κι αν έγινε δεν έγινε από φταίξιμο δικό μου... Μικρός άνθρωπος είμαι, Βιργινία, κι όλα όσα θέλησα μικρά."
Δε μπορώ πραγματικά να μιλήσω για τη παράσταση, γιατί πήγα με πολύ μεγάλες προσδοκίες έχοντας στο μυαλό μου τόσο ζωντανή τη μαγεία από τον Ναπολέοντα Λαπαθιώτη. Και έτσι η άποψη μου είναι κάπως διαστρεβλομένη από αυτά που περίμενα να βιώσω. Μπορώ μόνο να πω ότι πρόκειται για μια από τις πιο εικαστικές παραστάσεις που έχω δει, οι εικόνες είναι πραγματικά μαγικές, και ότι η ηθοποιός, Τζίνα Θλιβέρη, επίσης.
(Στη παρέα μου πάντως δεν άρεσε, όχι τόσο η απόδοση, όσο το κείμενο, και προς τα εκεί τείνω κι εγώ, αμα το κείμενο δεν, είναι λίγα αυτά που μπορεί να κάνουν σκηνοθέτης και ηθοποιοί. Αλλά πάλι ποιός διαλέγει το κείμενο;)
Σκηνοθεσία: Γιώργος Σαχίνης
Παίζουν οι ηθοποιοί: Γεωργία Τσαγκαράκη, Τζίνα Θλιβέρη, Αγγελική Λεμονή, Γιώργος Τσαμπουράκης
Καλλιδρομίου 68 εξάρχεια
ομάδα όχι παίζουμε
ένα σκοτεινό παραμύθι με αφορμή τη κερένια κούκλα του Κ. Χρηστομάνου
Η Λιόλια, ορφανή και μακρινή ξαδέρφη της ασθενικής Βιργινίας, πάει στο σπίτι της Βιργινιας,βοηθός στις δουλειές, συντροφιά στις μοναχικές ώρες. Ο νίκος, άντρας της Βιργινίας, κάποτε πολύ ερωτευμενος μαζί της, με όνειρα κοινής ζωής και πολυπληθους οικογένειας που ακυρώθηκαν, αναπόφευκτα ερωτεύεται το νεαρό, όμορφο, γεμάτο ζωντάνια κορίτσι, με τα θλιμένα μάτια, που γυαλίζουν και είναι σα να ετοιμάζονται να δακρύσουν.
Ο έρωτας που γεννιέται μεταξύ τους είναι καταδικασμένος όπως και ο καρπός του. Οι τύψεις για τη ζωή (άντρα, σπίτι, οικογένεια, όνειρα) που η Λιόλια έκλεψε από τη Βιργινία, που ο Νίκος χάρισε σε μια άλλη. Η Βιργινία πεθαίνει, αλλά η μνήμη της παραμένει να βασανίζει και να καταστρέφει, να πάρει πίσω αυτό που δικαιωματικά της ανήκει. Το παιδί τους (ίδιο η Βιργινία) πεθαίνει.
Κι η Λιόλια;
- Θα φύγω
- Που;
- Όπου να' ναι. Μόνο να ναι μακριά
- Μακριά δεν είναι πουθενά όταν θυμάσαι
Δε μπορείς να ξεφύγεις από τον εαυτό σου, το παρελθόν σου, τα κρίματα σου. Ειναι παντα μαζί σου να σε συντροφεύουν, να σε αμαυρώνουν. Κι ας μη φταίς πραγματικά
Ότι κι αν έγινε δεν έγινε από φταίξιμο δικό μου... Μικρός άνθρωπος είμαι, Βιργινία, κι όλα όσα θέλησα μικρά."
Δε μπορώ πραγματικά να μιλήσω για τη παράσταση, γιατί πήγα με πολύ μεγάλες προσδοκίες έχοντας στο μυαλό μου τόσο ζωντανή τη μαγεία από τον Ναπολέοντα Λαπαθιώτη. Και έτσι η άποψη μου είναι κάπως διαστρεβλομένη από αυτά που περίμενα να βιώσω. Μπορώ μόνο να πω ότι πρόκειται για μια από τις πιο εικαστικές παραστάσεις που έχω δει, οι εικόνες είναι πραγματικά μαγικές, και ότι η ηθοποιός, Τζίνα Θλιβέρη, επίσης.
(Στη παρέα μου πάντως δεν άρεσε, όχι τόσο η απόδοση, όσο το κείμενο, και προς τα εκεί τείνω κι εγώ, αμα το κείμενο δεν, είναι λίγα αυτά που μπορεί να κάνουν σκηνοθέτης και ηθοποιοί. Αλλά πάλι ποιός διαλέγει το κείμενο;)
Σκηνοθεσία: Γιώργος Σαχίνης
Παίζουν οι ηθοποιοί: Γεωργία Τσαγκαράκη, Τζίνα Θλιβέρη, Αγγελική Λεμονή, Γιώργος Τσαμπουράκης
Καλλιδρομίου 68 εξάρχεια
ομάδα όχι παίζουμε
Παρασκευή, Οκτωβρίου 05, 2007
Ένας στους Δέκα
Δαυίδ
Ένκε
Κρις
Α(πατρις);
Τρεις μετανάστες, στην Ελλάδα από παιδιά, ξένοι στο τόπο που μεγάλωσαν, δεν έχει σημασία που τα ελληνικά τους άπταιστα, έχουν την αύρα του ξένου, τους μυρίζεις στον αέρα. Δεν τους επιτρέπουμε να διώξουν τη μυρωδιά. Ένας στους δέκα κάτοικους της Ελλάδας είναι μετανάστης. Εννέα στους δέκα κάτοικους της Ελλάδας τους κρατούν εκεί. "Δε φτάνει που σας ταίζουμε θέλετε και θέατρο;¨ Παιδιά ενός κατώτερου θεού, γιατί έτσι μας βολεύει. Μη πάρουν και θάρρος, και σταματήσουν να κάνουν τις "κατώτερες" δουλειές και άξιοι και δουλευταράδες και με κίνητρο όπως είναι, και αποδοτικοί, μας πάρουν τις άλλες τις δουλειές. Αρκετή ανεργία δεν έχουμε;
Τους αλλάζουμε και το όνομα, και βρίσκονται με ένα όνομα ξένο, που δεν τους ανήκει, να ζούνε σε μια χώρα που δεν της ανήκουν, μετέωροι απο παντού.
"έφερνα μέχρι και γλυκά για τη γιορτή μου" και γιορτάζει ένα όνειρο που με πείσμα κρατάει ζωντανό. Μέχρι να μαζέψει αρκετά και να μπορέσει να φύγει, μακριά και από εδώ, κι από τη πρώτη πατριδα, μια καινούργια αρχή, να γίνει πάλι όπως ήταν πριν, πριν ξεκινήσουν όλα αυτά.
Και οι δυσκολίες οι πρακτικές, τα χαρτιά, τα έγγραφα, οι μίζες, οι διαδικασίες.
Συγκλονιστική η σκηνή που οι τρεις φίλοι που ξεκινήσανε να έρθουν έμειναν δύο και κάθε μήνα στέλνουν στη μάνα του χαμένου φίλου τους, ένα γράμμα από το γιό της και χρήματα
"Μη τα βάζεις στην άκρη, πάρε κάτι και για σένα"
Άραγε συμβαίνει αυτό; Πόσες μανάδες νομίζουν ότι τα παιδιά τους είναι καλά, και είναι περήφανες που ο γιός τους πάει το πρωί στη δουλειά φορώντας το καθαρό πουκάμισο και το κλωνάρι βασιλικού πάνω του για να μυρίζει όμορφα;
Απόλυτη ειρωνία, το medley από τη χείριστη ελληνική τηλέοραση, σα να βλέπεις σε καθρέπτη, να οι έλληνες, κάποιοι τουλάχιστον, μη μας κρίνετε τους ξένους και τόσο πολύ, κοιτάχτε και στο καθρέπτη λίγο.
Είδα πάνω στη σκηνή τρεις νέους και άγνωστους ηθοποιούς που προσπαθούν όπως όλοι οι νέοι και άγνωστοι ηθοποιοί να μπουν στο χώρο, να δουλέψουν στο σανίδι, στη τηλέοραση κτλ κτλ. Είδα τρεις ανθρώπους με όνειρα, παρελθόν, μέλλον. Όπως όλοι μας. Απλά τυχαίνει η ιστορία τους να εμπεριέχει και το κομμάτι της μετανάστευσης. Θυμήθηκα τα δικά μου τα χρόνια στην Αγγλία. Το ρατσισμό (πολύ ήπιο ομολογώ) που βίωσα. Θυμήθηκα τη ψυχολογία του ξένου. Και πως σιγά σιγά ενσωματώθηκα, και δεν βίωνα πια ρατσισμό, δεν ήμουν ξένη πια, απλά είχα ελληνική καταγωγή, και είχα πια δύο πατρίδες, να νοιάζομαι και να φροντίζω. Και βιώσα την ομορφιά του να ζεις σε ένα τόπο, χωρίς να αλλάζεις την ιστορία σου, χωρίς να αλλάζεις ο ιδιος, να κρατάς τις ιδιαιτερότητες, και να είναι και άλλοι έτσι, με άλλες καταγωγές. Multicultural λέγεται αυτό, έχει ενδιαφέρον, πολυμορφία και χρώμα, και διαφέρει από το multinational.
Κάποια στιγμή στο έργο, ακούγεται το "αστέρι του βοριά". Αυτόματος συνειρμός ακούγωντας τα λόγια ξανά και με προσοχή, αυτόματα σκέφτηκα ότι είναι σα να γράφτηκε γιαυτούς τους τρείς ανθρώπους. Και συνειδητοποιώ ότι δε γραφτηκε για αυτούς αλλά ίσως για κάποιους δικούς μα ξενητεμένους. Μα ναι, οι έλληνες τη ξέρουμε καλά τη ξενιτιά, Αμερική και πιάτα, βέλγιο και ορυχεία, γερμανία και εργοστάσια. Πως τολμάμε να ξεχνάμε; Πως τολμάμε και πληγώνουμε όπως μας πληγώσανε; αναρωτιέμαι.
Όμορφη παράσταση, εικαστικότατη, κυλάει εύκολα και τα συναισθήματα που μου δημιουργηθηκαν εναλλασόμενα. Δύσκολο θέμα, και η απόδοση του χωρίς καμία τραγικότητα, ή μελοδραματισμό, απλά καταθέτουν το πως είναι τα πράγματα, με χιούμορ, ειρωνία και (μου φάνηκε;) γλυκειά αγάπη για την Ελλάδα, μια χώρα που επιμένει να τους αντιμετωπίζει ως ξένους.
Σκηνοθεσία: Λαέρτης Βασιλείου
Παίζουν οι ηθοποιοί: Νταβίντ Μαλτέζε, Κρις Ραντάνοφ, Ενκελέιντ Φεζολάρι
Στο Θέατρο του Νότου
εώς 6 Ιανουαρίου 2008
και επαναλαμβάνεται και τη σεζόν 2008/09
Ο Κρις Ραντάνοφ έχοντας κερδίσει το βραβείο τρίτου καλύτερου ανδρικού ρόλου στα θεατρικά βραβεία του αθηνοράματος είπε κάτι πολύ όμορφο στο τέλος των ευχαριστιών του:
"και εύχομαι στην Ελλάδα όλοι οι Έλληνες και οι μετανάστες να ζουν τα όνειρα τους"
Από τις πιο όμορφες στιγμές
Ένκε
Κρις
Α(πατρις);
Τρεις μετανάστες, στην Ελλάδα από παιδιά, ξένοι στο τόπο που μεγάλωσαν, δεν έχει σημασία που τα ελληνικά τους άπταιστα, έχουν την αύρα του ξένου, τους μυρίζεις στον αέρα. Δεν τους επιτρέπουμε να διώξουν τη μυρωδιά. Ένας στους δέκα κάτοικους της Ελλάδας είναι μετανάστης. Εννέα στους δέκα κάτοικους της Ελλάδας τους κρατούν εκεί. "Δε φτάνει που σας ταίζουμε θέλετε και θέατρο;¨ Παιδιά ενός κατώτερου θεού, γιατί έτσι μας βολεύει. Μη πάρουν και θάρρος, και σταματήσουν να κάνουν τις "κατώτερες" δουλειές και άξιοι και δουλευταράδες και με κίνητρο όπως είναι, και αποδοτικοί, μας πάρουν τις άλλες τις δουλειές. Αρκετή ανεργία δεν έχουμε;
Τους αλλάζουμε και το όνομα, και βρίσκονται με ένα όνομα ξένο, που δεν τους ανήκει, να ζούνε σε μια χώρα που δεν της ανήκουν, μετέωροι απο παντού.
"έφερνα μέχρι και γλυκά για τη γιορτή μου" και γιορτάζει ένα όνειρο που με πείσμα κρατάει ζωντανό. Μέχρι να μαζέψει αρκετά και να μπορέσει να φύγει, μακριά και από εδώ, κι από τη πρώτη πατριδα, μια καινούργια αρχή, να γίνει πάλι όπως ήταν πριν, πριν ξεκινήσουν όλα αυτά.
Και οι δυσκολίες οι πρακτικές, τα χαρτιά, τα έγγραφα, οι μίζες, οι διαδικασίες.
Συγκλονιστική η σκηνή που οι τρεις φίλοι που ξεκινήσανε να έρθουν έμειναν δύο και κάθε μήνα στέλνουν στη μάνα του χαμένου φίλου τους, ένα γράμμα από το γιό της και χρήματα
"Μη τα βάζεις στην άκρη, πάρε κάτι και για σένα"
Άραγε συμβαίνει αυτό; Πόσες μανάδες νομίζουν ότι τα παιδιά τους είναι καλά, και είναι περήφανες που ο γιός τους πάει το πρωί στη δουλειά φορώντας το καθαρό πουκάμισο και το κλωνάρι βασιλικού πάνω του για να μυρίζει όμορφα;
Απόλυτη ειρωνία, το medley από τη χείριστη ελληνική τηλέοραση, σα να βλέπεις σε καθρέπτη, να οι έλληνες, κάποιοι τουλάχιστον, μη μας κρίνετε τους ξένους και τόσο πολύ, κοιτάχτε και στο καθρέπτη λίγο.
Είδα πάνω στη σκηνή τρεις νέους και άγνωστους ηθοποιούς που προσπαθούν όπως όλοι οι νέοι και άγνωστοι ηθοποιοί να μπουν στο χώρο, να δουλέψουν στο σανίδι, στη τηλέοραση κτλ κτλ. Είδα τρεις ανθρώπους με όνειρα, παρελθόν, μέλλον. Όπως όλοι μας. Απλά τυχαίνει η ιστορία τους να εμπεριέχει και το κομμάτι της μετανάστευσης. Θυμήθηκα τα δικά μου τα χρόνια στην Αγγλία. Το ρατσισμό (πολύ ήπιο ομολογώ) που βίωσα. Θυμήθηκα τη ψυχολογία του ξένου. Και πως σιγά σιγά ενσωματώθηκα, και δεν βίωνα πια ρατσισμό, δεν ήμουν ξένη πια, απλά είχα ελληνική καταγωγή, και είχα πια δύο πατρίδες, να νοιάζομαι και να φροντίζω. Και βιώσα την ομορφιά του να ζεις σε ένα τόπο, χωρίς να αλλάζεις την ιστορία σου, χωρίς να αλλάζεις ο ιδιος, να κρατάς τις ιδιαιτερότητες, και να είναι και άλλοι έτσι, με άλλες καταγωγές. Multicultural λέγεται αυτό, έχει ενδιαφέρον, πολυμορφία και χρώμα, και διαφέρει από το multinational.
Κάποια στιγμή στο έργο, ακούγεται το "αστέρι του βοριά". Αυτόματος συνειρμός ακούγωντας τα λόγια ξανά και με προσοχή, αυτόματα σκέφτηκα ότι είναι σα να γράφτηκε γιαυτούς τους τρείς ανθρώπους. Και συνειδητοποιώ ότι δε γραφτηκε για αυτούς αλλά ίσως για κάποιους δικούς μα ξενητεμένους. Μα ναι, οι έλληνες τη ξέρουμε καλά τη ξενιτιά, Αμερική και πιάτα, βέλγιο και ορυχεία, γερμανία και εργοστάσια. Πως τολμάμε να ξεχνάμε; Πως τολμάμε και πληγώνουμε όπως μας πληγώσανε; αναρωτιέμαι.
Όμορφη παράσταση, εικαστικότατη, κυλάει εύκολα και τα συναισθήματα που μου δημιουργηθηκαν εναλλασόμενα. Δύσκολο θέμα, και η απόδοση του χωρίς καμία τραγικότητα, ή μελοδραματισμό, απλά καταθέτουν το πως είναι τα πράγματα, με χιούμορ, ειρωνία και (μου φάνηκε;) γλυκειά αγάπη για την Ελλάδα, μια χώρα που επιμένει να τους αντιμετωπίζει ως ξένους.
Σκηνοθεσία: Λαέρτης Βασιλείου
Παίζουν οι ηθοποιοί: Νταβίντ Μαλτέζε, Κρις Ραντάνοφ, Ενκελέιντ Φεζολάρι
Στο Θέατρο του Νότου
εώς 6 Ιανουαρίου 2008
και επαναλαμβάνεται και τη σεζόν 2008/09
Ο Κρις Ραντάνοφ έχοντας κερδίσει το βραβείο τρίτου καλύτερου ανδρικού ρόλου στα θεατρικά βραβεία του αθηνοράματος είπε κάτι πολύ όμορφο στο τέλος των ευχαριστιών του:
"και εύχομαι στην Ελλάδα όλοι οι Έλληνες και οι μετανάστες να ζουν τα όνειρα τους"
Από τις πιο όμορφες στιγμές
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)